Castlevania: Spectral Interlude (Sinclair ZX Spectrum) - Aleksander Udotov (Programming)/Aleksey Golubtsov (Graphics)/Vladimir Tugay (Music)
Castlevania στον
Spectrum, λοιπόν; Ναι, γιατί όχι - με μια μικρή καθυστέρηση περί τα 28 έτη, το
άσχημο γκρίζο/μαύρο κουτί του
Sir Alan Sugar (το Castlevania "θέλει" 128Κ μνήμης, και μια και οι
original 128άρηδες είναι σπάνιοι…) αποκτά τη δική του "εκδοχή" του κλασικού παιχνιδιού της
Konami, μέσω μιας unofficial και, ολίγον τι "διαφορετικής" μεταφοράς. Και, αν κρίνουμε από τη
μεταφορά για τον Commodore 64 που είχε κυκλοφορήσει… ας το πούμε "on time", ε, τότε η αναμονή άξιζε τον κόπο και με το παραπάνω! Για να εξετάσουμε λοιπόν το
Castlevania: Spectral Interlude περισσότερο ενδελεχώς…
Το Castlevania: Spectral Interlude (εν συντομία CSI - καλό, δεν μπορείτε να πείτε!) είναι ένα arcade platformer με κάποια στοιχεία RPG και δράση που σε κάποια σημεία θυμίζει πολύ το παλιό, καλό
Ghosts n' Goblins. Έχετε το ρόλο του Simon Belmont, που είναι ο γιος του ξακουστού Richter Belmont, πρωταγωνιστή του original Castlevania. Επειδή όμως έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Richter Belmont έστειλε τον μεγάλο και στανικό αντίπαλό του Dracula στον… αγύριστο, ο Simon, μην έχοντας αξιόλογους αντιπάλους να αντιμετωπίσει, όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει τη φήμη του πατέρα του, αλλά έχει φτάσει στο σημείο να θεωρείται φαιδρό άτομο από τους συγχωριανούς του και αντιμετωπίζεται - στην καλύτερη περίπτωση - με σκεπτικισμό. Αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος είναι ο ήρωάς μας να λοιδορείται συνεχώς από τους υπόλοιπους χαρακτήρες του παιχνιδιού - και εδώ ερχόμαστε στο καλύτερο ίσως χαρακτηριστικό του CSI, το οποίο είναι το χιούμορ του! Ναι, όσο κι αν φαίνεται παράξενο για ένα platformer, στο παιχνίδι υπάρχουν πάρα πολλοί διάλογοι - είπαμε, έχει στοιχεία RPG - στην πλειοψηφία των οποίων κάποιος ειρωνεύεται/σαρκάζει τον Simon! Οι διάλογοι είναι ιδιαίτερα προσεγμένοι και δίνεται συνεχώς βάση στην κωμική τους υφή, γεγονός που φέρνει στο μυαλό τους διαλόγους του
The Secret Of Monkey Island και άλλων adventure games της εποχής.
Ο… κατακαημένος λοιπόν Simon ξεκινάει την περιπέτειά του, κουβαλώντας μαζί του τον μάγο Joseph ο οποίος θεώρησε βολικό να μετατραπεί σε… φυλαχτό (άβυσσος η ψυχή των μάγων!) και με μόνο του όπλο ένα μαστίγιο. Ευτυχώς για τον ήρωά μας το όπλο του αναβαθμίζεται, ενώ μπορεί και να αγοράσει και secondary weapons, χρησιμοποιώντας τα χρήματα που μαζεύει σκοτώνοντας τους υποτακτικούς του… εξαποδώ! Ο χειρισμός του ήρωα είναι απλός, άμεσος και λειτουργικός καθώς στη μεγαλύτερη διάρκεια του παιχνιδιού χρησιμοποιούνται τα πλήκτρα (ή ο μοχλός) κατεύθυνσης και το fire button (συν ένα ακόμα πλήκτρο για το secondary weapon, που όμως δεν χρησιμοποιείται συχνά, καθώς τα "πυρομαχικά" είναι περιορισμένα). Καθώς ο Simon κινείται μεταξύ των οθονών/πιστών του CSI, έρχεται αντιμέτωπος με πλήθος εχθρών. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι το στυλ "ορμάω κι όποιον πάρει ο Χάρος" δεν θα βοηθήσει ιδιαίτερα: αυτό που πρέπει να κάνετε στην πλειονότητα των περιπτώσεων είναι να κινείστε σιγά-σιγά, περιμένοντας τους εχθρούς να έρθουν σε εσάς. Εκτός από χρήματα, θα μαζέψετε και όπλα, ενέργεια, υλικά για την αναβάθμιση του μαστιγίου σας και πολλά άλλα. Κάθε φορά που χάνετε θα επιστρέφετε στην εκκλησία, όπου μπορείτε να αναπληρώνετε την ενέργεια του Simon αλλά και να τη χρησιμοποιείτε ως save point. Υπάρχει και η δυνατότητα αγοράς ενός spell που δίνει τη δυνατότητα άμεσης μεταφοράς στην εκκλησία για αναπλήρωση της ενέργειας, αλλά, την ώρα που γραφόταν το παρόν δεν είχα ακόμη κατορθώσει να το αποκτήσω. Γενικά, απαιτείται αρκετό πήγαινε-έλα από τις περιοχές των εχθρών προς την πόλη όπου και βρίσκονται η εκκλησία, ο σιδεράς, το μαγαζί με τα όπλα κλπ οπότε καλό θα είναι να οπλιστείτε με αρκετή υπομονή…
Κάτι που προκαλεί αλγεινές εντυπώσεις είναι το γεγονός ότι ναι μεν μπορούμε να βγούμε στο κεντρικό menu του παιχνιδιού και μετά να επιστρέψουμε στο σημείο όπου το είχαμε αφήσει, αλλά, τι γίνεται εάν θέλουμε να κλείσουμε τον υπολογιστή; Αν χρησιμοποιούμε emulator έχει καλώς, μπορούμε να πάρουμε ένα snapshot σε όποιο σημείο θέλουμε (παραδέχομαι ότι ουκ ολίγες φορές χρησιμοποίησα τη δυνατότητα αυτή ως… quicksave!) - τι γίνεται όμως αν χρησιμοποιούμε κανονικό Spectrum; Δεν αποκλείω να υπάρχει η δυνατότητα αποθήκευσης της προόδου μας σε κάποιο σημείο, εγώ πάντως μέχρι στιγμής δεν έχω συναντήσει κάτι τέτοιο…
Σε ό,τι αφορά τώρα τα γραφικά του παιχνιδιού, θεωρώ ότι η δουλειά που έχει γίνει είναι πολύ καλή. Υπάρχει μεγάλη λεπτομέρεια και ποικιλία, ενώ είναι εμφανής η προσπάθεια χρησιμοποίησης πολλών χρωμάτων προκειμένου να αποφευχθεί η (κλασική στον Spectrum) διχρωμία. Το αποτέλεσμα είναι όμορφο και λειτουργικό, με μόνη παραφωνία το γεγονός ότι ο χαρακτήρας μας (και όλοι οι υπόλοιποι, επίσης) παίρνει το χρώμα του background στο οποίο βρίσκεται κάθε φορά. Αυτό φυσικά είναι κάτι που δεν θα ξενίσει τους κατόχους Spectrum, μιας και με το
color clashing γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και ανδρώθηκαν! Η κίνηση τέλος των χαρακτήρων είναι ομαλότατη - γενικά, το CSI "φαίνεται" σαν σοβαρή, επαγγελματική παραγωγή, σίγουρα πολύ καλύτερη από την official μεταφορά του Castlevania στον
Commodore 64 το 1990…
Ο ήχος είναι επίσης καλός, καθώς έχουμε μουσική και ηχητικά εφέ καθ' όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού. Η μουσική είναι επαναλαμβανόμενη χωρίς όμως να γίνεται ενοχλητική - εκτός φυσικά και αν αποφασίσετε να παίξετε κανένα οκτάωρο σερί: εκεί, ίσως να έχετε κάποια θεματάκια…
Συνολικά, το Castlevania: Spectral Interlude είναι ένα παιχνίδι που δεν θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει ως "κακό", το αντίθετο μάλιστα: γραφικά, χειρισμός, χιούμορ, πλοκή δημιουργούν ένα ιδιαιτέρως αξιόλογο σύνολο. Θεωρώ όμως ότι είναι κάπως δυσκολότερο σε κάποια σημεία απ' όσο θα έπρεπε, ενώ τα πήγαινε-έλα στην εκκλησία για αναπλήρωση της ενέργειας και η απουσία δυνατότητας πραγματικού save μετά από κάποια ώρα κουράζουν και προβληματίζουν. Σε κάθε περίπτωση πάντως, σας προτρέπω να κάνετε τον κόπο να το δοκιμάσετε, καθώς πρόκειται για ένα μεγάλο και "βαθύ" παιχνίδι διανθισμένο με σαρκαστικό και κυνικό χιούμορ, τέτοιο που έχετε χρόνια να συναντήσετε!
Βαθμολογία:
8,5/10
Το παραπάνω review δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο 8ο τεύχος του περιοδικού Retro Planet, που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2015.