Ρε, αυτοί έχουν βαλθεί να μας τρελάνουν! Ή η ανάπτυξη νέων προϊόντων τους κοστίζει πολύ λιγότερο απ' όσο θα πίστευε κάποιος, ή πουλάνε τρελά, ή είναι απλά παλαβοί. Ή όλα τα παραπάνω μαζί, τι να πω;
Αναφέρομαι φυσικά στους ανθρώπους της Retro Games Ltd, οι οποίοι, αφού κυκλοφόρησαν τον The Spectrum, έριξαν στην αγορά σχετικά αθόρυβα τον TheC64 Mini Black Edition και τάραξαν τα λιμνάζοντα ύδατα της Αυγουστιάτικης ραστώνης της retro κοινότητας με την ανακοίνωση της κυκλοφορίας της The A1200. Και εκεί που νομίζαμε ότι πλέον θα ξανακούσουμε απ' αυτούς κατά το καλοκαίρι που θα πλησιάζει η ημερομηνία κυκλοφορίας της τελευταίας, ξαφνικά μαθαίνουμε ότι έρχεται ο The Spectrum Collector's Edition! Πως είπατε;
Ο περί ου ο λόγος ανακοινώθηκε (δεν κυκλοφόρησε ακόμα) και μπορεί κανείς να τον προπαραγγείλλει αν το επιθυμεί. Όπως και η The A1200 αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να παραγγελθεί από Ελλάδα, οπότε όλο και σε κάποια κολπάκια θα αναγκαστούμε να καταφύγουμε αργά ή γρήγορα αν θέλουμε να αποκτήσουμε κάποιο από αυτά τα μηχανήματα (ή και τα δύο).
Τι εστί όμως The Spectrum Collector's Edition; Λοιπόν, πρόκειται για ένα πακέτο που περιλαμβάνει τον The Spectrum σε λευκό χρώμα, ένα επίσης άσπρο USB stick σε σχήμα μικροσκοπικού ZX Microdrive που ονομάζεται (αναμενόμενα) The Microdrive, μία σύγχρονη, λευκή και USB έκδοση του περίφημου ZX Printer που αποκαλείται "The Printer" και τυπώνει θερμικά σε ρολό χαρτί (σκεφτείτε κάτι σαν τα POS printers), ένα (λευκό, μην τα ξαναλέμε) joystick a la Quickshot ονομαζόμενο "The Quickshot II" και μία special έκδοση του manual του υπολογιστή και ένα τεύχος του περιοδικού Crash. Καλό;
Πριν απαντήσετε να σας ενημερώσω ότι το παραπάνω πακέτο αποτελεί το μέχρι στιγμής ακριβότερο προϊόν που έχει κυκλοφορήσει ποτέ η Retro Games Ltd, καθώς θα κοστίζει 230€ χωρίς τα μεταφορικά, δηλαδή αισθητά ακριβότερο ακόμα και από την The A1200. Εμ, συλλεκτικό δεν θέλατε;
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την επίσημη ιστοσελίδα του The Spectrum Collector's Edition. Αν και δεν ξέρω σε ποιους ακριβώς απευθύνεται αυτό το προϊόν, το γεγονός ότι η Retro Games Ltd παράγει συνέχεια νέα incarnations παλιών 8/16bit υπολογιστών μόνο καλό είναι για εμάς τους κατανάλωτες καθώς, από τη μία δεν είμαστε υποχρεωμένοι να αγοράσουμε τίποτα και από την άλλη έχουμε μεγάλη ποικιλία προϊόντων για να επιλέξουμε. Αχ, αν είμασταν ακόμα παιδιά θα κάναμε τα καλύτερα Χριστούγεννα!
Όσοι είστε τακτικοί επισκέπτες του blog μου προφανώς θα γνωρίζετε ότι αποτελεί πάγια θέση μου το ότι σε ένα demo η συνολική αισθητική παίζει πρωτεύοντα ρόλο έναντι των τεχνικών επιτευγμάτων. Εξαίρεση αποτελούν παραγωγές που απλά... δεν υπάρχουν, όπως είναι για παράδειγμα τα Don't Mess with Texas (TI99/4A), Batman Forever (Amstrad CPC) και 80880mph (PC) όχι επειδή υπολείπονται αισθητικά, αλλά γιατί απλώς αυτά που παρουσιάζουν είναι τόσο ασύλληπτα για τις συγκεκριμένες πλατφόρμες που δεν σε απασχολεί τόσο η αισθητική και το storytelling τους. Όταν όμως έχουμε να κάνουμε με ένα demo για Atari Falcon, ο οποίος, όπως και να το κάνεις, ήταν ένα computing powerhouse της εποχής του, το βάρος πέφτει μοιραία στα γραφικά, στον ήχο, στη συνολική παρουσίαση και στο πόσο καλά δένουν όλα τα επιμέρους στοιχεία μεταξύ τους προκειμένου να δημιουργηθεί ένα αξιόλογο συνολικό αποτέλεσμα. Και εδώ έχουμε να κάνουμε με ακριβώς αυτή την περίπτωση.
Το Taedium Vitae (άχθος της ζωής!) - που σε ελεύθερη μετάφραση από τα λατινικά σημαίνει κουρασμένος από τη ζωή - είναι μία υπέροχη, πεσιμιστική στα όλα της, δημιουργία. Το εν λόγω demo παρουσιάστηκε πριν από μερικές μέρες στα πλαίσια του δημοφιλέστερου event της demoscene για υπολογιστές της Atari, του Silly Venture. Τρέχει σε οποιονδήποτε Atari Falcon που διαθέτει σκληρό δίσκο και την πλήρη ποσότητα μνήμης RAM που μπορεί officially να δεχτεί onboard, ήτοι 14ΜΒ. Με λίγα λόγια δεν απαιτεί accelerator ή κάποιο άλλο εξωτικό add-on. Και το αναφέρω αυτό γιατί στο δεκάλεπτο περίπου που διαρκεί, το Taedium Vitae δείχνει στο έπακρο ότι οι δημιουργοί του - το demogroup Dune - κάθε άλλο παρά κουρασμένοι από τη ζωή ήταν όσο καιρό το προγραμμάτιζαν!
Λαμβάνοντας χώρα σε έναν post-apocalyptic κόσμο, το Taedium Vitae αποδεικνύει το πόσο μπορούν να μαγέψουν και να καθηλώσουν τον θεατή η (καταπληκτική) μουσική και τα απόκοσμα γραφικά, δημιουργώντας μία εξόχως καταθλιπτική αλλά και ταυτόχρονα εντυπωσιακή ατμόσφαιρα. Δεν είναι τυχαίο το ότι αν κάπου χάνει λίγο σε αίσθηση είναι στο μεσαίο τμήμα του (The Abandoned Metro) και λίγο αργότερα (Desolate Landscapes), σε μέρη τα οποία τεχνικά είναι τα πλέον jaw dropping, καθώς μονάχα εκεί το βάρος πέφτει περισσότερο στο να βγουν λαγοί απ' το καπέλο από το να δημιουργηθεί μία καθηλωτική ατμόσφαιρα.
Ίσως να καταλάβατε από τα παραπάνω ότι πέρα από το ότι συνολικά αποτελεί μία ασύλληπτης αισθητικής παραγωγή, το Taedium Vitae αποπνέει... απαισιοδοξία από κάθε πτηχή του. Δώστε σε βάση σε μερικά από τα ακόλουθα μηνύματα: "the apocalypse is near", "the world of the Falcon falls into oblivion", "the end is so close" και πάει λέγοντας...
Αν δεν είναι σήμερα η μέρα που έχετε βάλει σκοπό να αποφασίσετε αν θα δώσετε τέλος στη ζωή σας (ελπίζω όχι) και επειδή σιγά μην έχετε Falcon, δείτε το video του Taedium Vitae παρακάτω. Σε fullscreen και με τον ήχο δυνατά συνιστώ, καθώς η μουσική του (από τον Virgill) είναι πραγματικά καταπληκτική. Demos βγαίνουν αμέτρητα, αξιόλογα demos αρκετά, αλλά demos που θα τα θυμάται κάποιος για μια ζωή, λίγα. Και, κατά την ταπεινή μου άποψη, το Taedium Vitae είναι ένα από αυτά...
To Slipstream είναι ένα παιχνίδι που κυκλοφόρησε πριν από έναν περίπου χρόνο (Φεβρουάριο του 2017) και προκάλεσε άμεσα αίσθηση και συζητήσεις. Καταρχάς είναι προϊόν της δουλειάς του group Bauknecht, ενός group που βρίσκεται πίσω από τα εντυπωσιακότερα demos (Rocket Science, Perfect Love) αλλά και τα αρτιότερα παιχνίδια (Majesty of Sprites, Lands of Zador) που έχουν δει ποτέ το φως της μέρας για τους υπολογιστές της σειράς TED της Commodore (Commodore 16, Commodore 116 και Commodore Plus/4). Δευτερευόντως, το Slipstream είναι ένα παιχνίδι που έχει έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο χειρισμού, καθώς, ιδανικά, απαιτεί από τον παίκτη να παίζει με 2 joysticks ταυτόχρονα! Ε, και κατά τρίτο λόγο, κυκλοφόρησε ταυτόχρονα σε έκδοση για Commodore 16 (με 64ΚΒ μνήμης)/Plus/4 και Commodore 64, δημιουργώντας αρκετό θόρυβο γύρω απ' το όνομά του και κερδίζοντας την πρώτη θέση στο demoparty BCC του 2017. Από όλα τα παραπάνω καταλαβαίνετε ότι μάλλον αξίζει να ασχοληθούμε λίγο διεξοδικότερα μαζί του…
Η έκδοση που θα μας απασχολήσει είναι αυτή για τους Commodore 16 και Plus/4 αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι και αυτή του Commodore 64 είναι σχεδόν πανομοιότυπη, χάνοντας οριακά σε χρώματα και ταχύτητα (οι υπολογιστές της σειράς TED είχαν παλέτα 121 χρωμάτων και επεξεργαστή σε διπλάσιο χρονισμό απ' αυτόν του 64άρη). Αρχικά θα πρέπει να τονίσουμε ότι το Slipstream κερδίζει τις εντυπώσεις στον τομέα της παρουσίασης καθώς επιστρατεύει όμορφα και πολύχρωμα γραφικά, μοντέρνα fonts και ευρηματικά εφέ μετάβασης με αποτέλεσμα να κερδίζει τον παίκτη πριν αυτός ξεκινήσει καν να παίζει.
Αν και το Slipstream διαθέτει καλοφτιαγμένο mode όπου μας βάζει στην ιστορία του, στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με ένα απλό shoot 'em up στο οποίο το διαστημόπλοιό μας κινείται προς τις 4 βασικές κατευθύνσεις, πυροβολώντας οτιδήποτε έρχεται κατά πάνω του και αποφεύγοντας τις αντίπαλες βολές, στο στυλ που δημιούργησαν κλασικά shooters των 80s, όπως το Space Harrier και το Afterburner. Όλα τα διαστημόπλοια που βλέπουμε στην οθόνη είναι φτιαγμένα από (λιγοστά) πολύγωνα και δεν φαίνεται να χρησιμοποιούνται sprites, εξ ου και η υπεροχή των TED machines σε σχέση με τον Commodore 64. Γενικά πάντως το οπτικό αποτέλεσμα μέσα στο παιχνίδι είναι άνω του μετρίου και μάλλον το στυλ αυτό που επιλέχθηκε δίνει έναν δικό του, προσωπικό χαρακτήρα στο Slipstream.
Σε ό,τι έχει να κάνει με το παιχνίδι αυτό καθαυτό τώρα, έχει όπως είπαμε μια ιδιαιτερότητα. Αυτή είναι ότι ναι μεν κινούμε το διαστημόπλοιό μας πάνω-κάτω-αριστερά-δεξιά, αλλά από την άλλη έχουμε κι έναν παραλληλόγραμμο στόχο που "κλειδώνει" πάνω σε αντίπαλα σκάφη (ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που συνέβαινε στο Afterburner) τον οποίο πρέπει επίσης να κινούμε προς τις 4 βασικές κατευθύνσεις! Οι δημιουργοί λοιπόν του παιχνιδιού το εφοδίασαν με 2 τρόπους χειρισμού: ο ένας είναι με ένα joystick και εναλλαγή ελέγχου μεταξύ του σκάφους μας και του στόχου μέσω του fire button (ευτυχώς το διαστημόπλοιό μας πυροβολεί αυτόματα). Ο άλλος είναι με 2 joysticks, με το πρώτο να ελέγχει το σκάφος και το δεύτερο τον στόχο. Αμφότεροι οι τρόποι χειρισμού έχουν τα προβληματάκια τους, με τον πρώτο να είναι σαφώς χειρότερος, αφού θα αναλωθείτε στο να σημαδεύετε τους αντιπάλους σας αφήνοντας το διαστημόπλοιό σας απροστάτευτο στα δολοφονικά πυρά τους. Αν αποφασίσετε να επιλέξετε τον 2ο τρόπο χειρισμού το μόνο που πρακτικά έχετε να κάνετε είναι απλά να μετακινείτε το διαστημόπλοιό σας συνεχώς με το δεύτερο χειριστήριο, χωρίς να δίνετε σημασία το προς τα πού, ελπίζοντας με τον τρόπο αυτό να αποφύγετε τα βλήματα των εχθρών (που έτσι κι αλλιώς δεν διακρίνονται και ιδιαίτερα καθαρά εδώ που τα λέμε…). Ο γράφων όμως επινόησε και έναν τρίτο τρόπο χειρισμού που είναι και ο πλέον υποσχόμενος για να προχωρήσετε το Slipstream μέχρι εκεί που… δεν πάει: απλά, δίνετε το δεύτερο joystick σε έναν άλλο παίκτη! Με τον τρόπο αυτό, ο πρώτος παίκτης εστιάζει στην καταστροφή των αντίπαλων στόχων ενώ ο δεύτερος μετακινεί το διαστημόπλοιο αποφεύγοντας τα εχθρικά πυρά και κανένας δεν μπερδεύεται…
Αν και ένα (ψηφιακό) πουλάκι μας σιγοψιθύρισε στο αυτί ότι ο παραπάνω δεν ήταν ο τρόπος χειρισμού που οραματίστηκαν οι δημιουργοί του Slipstream, εμείς, ως φανατικοί οπαδοί - στο gaming μονάχα, να το ξεκαθαρίσουμε - του δόγματος "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα" εννοείται ότι δεν πτοούμαστε και έχουμε όλη την καλή διάθεση να επιστρατεύσουμε όποιον βρούμε διαθέσιμο για τον ρόλο του πιλότου. Δεν πρόκειται περί παραξενιάς ή ιδιοτροπίας, απλά, το δοκιμάσαμε το παιχνίδι με 2 χειριστήρια (ένα στο κάθε χέρι) και διαπιστώσαμε την χαρακτηριστική ευκολία με την οποία… η μάνα χάνει το παιδί και το παιδί τη μάνα!
Επιστρέφοντας τώρα στα του gameplay, το Slipstream απαρτίζεται από αρκετά διαφορετικά levels τα οποία φορτώνονται ανεξάρτητα και διαθέτουν διαφορετικά χρώματα και γραφικά, διαφορετικούς σχηματισμούς αντιπάλων, και, φυσικά, διαφορετικό δείκτη δυσκολίας. Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ότι η δυσκολία με τον τρόπο χειρισμού είναι δύο πράγματα αλληλένδετα, καθώς αν λύσετε το δεύτερο θέμα το Slipstream γίνεται αρκετά εύκολο ενώ αντίθετα, αν δεν το κάνετε, θα είναι θαύμα να ολοκληρώσετε το 3ο επίπεδο…
Για τα γραφικά του Slipstream τα είπαμε, για τον χειρισμό επίσης, η κίνηση των διαφόρων αντικειμένων στην οθόνη είναι ομαλή - ειδικά αν λάβουμε κατά νου το πόσα είναι αυτά - και το μόνο αρνητικό που μπορούμε να διαπιστώσουμε είναι η μουσική: αν και είναι συνεχής, σύγχρονου ύφους και όχι και τόσο επαναλαμβανόμενη, παρόλα αυτά στον γράφοντα δίνει την αίσθηση ότι είναι ενοχλητική. Σύμφωνα με κριτικές που διαβάσαμε στο internet κάποιοι την βρήκαν από αδιάφορη μέχρι και… καταπληκτική ("γούστα", είπε ο πίθηκος κι έφαγε το σαπούνι), αλλά άνθρωποι που μεγάλωσαν με θεόσταλτα SID tunes όπως αυτά των Monty on the Run, The Way of the Exploding Fist, One Man and his Droid, Druid II κλπ. είναι μάλλον αδύνατο να συμπαθήσουν τη μουσική του Slipstream…
Εν κατακλείδι, έχουμε να κάνουμε με ένα παιχνίδι πολύ προσεγμένο (δείτε τα εφέ του κειμένου που τρεμοπαίζει από τα παράσιτα και θα μας θυμηθείτε), φτιαγμένο από ένα group υπερταλαντούχων προγραμματιστών με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο χειρισμού. Αν δεν μπορέσετε να τα βγάλετε πέρα με κάποιον από τους τρόπους που σας παρέχει το Slipstream απλά "χώστε" έναν φίλο σας (κατά προτίμηση τον ίδιο στον οποίο δίνατε το τζιπάκι στο Silkworm πριν 30 χρόνια) και θα το διασκεδάσετε πραγματικά. Είτε έτσι είτε αλλιώς πάντως σίγουρα αξίζει να το δοκιμάσετε - μην ξεχνάτε ότι υπάρχει και η έκδοση για Commodore 64.
Το Slipstream, όπως και άλλες κορυφαίες παραγωγές των Bauknecht, πέραν των προφανών προσφέρουν και μια έξτρα υπηρεσία: δείχνουν σε όλους ότι οι υπολογιστές της σειράς TED, αν και αποτυχημένοι εμπορικά, δεν ήταν "η μέρα με τη νύχτα" συγκριτικά με τον Commodore 64. Το αντίθετο μάλιστα, καθώς σε κάποιους τομείς ήταν ανώτεροι…
Βαθμολογία: 8/10
Το παραπάνω review δημοσιεύθηκε στο 19ο τεύχος του περιοδικού Retro Planet, που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2018.
Όσοι παρακολουθούν τη demoscene γενικώς, ανεξαρτήτως πλατφόρμας, προφανώς θα έχουν πέσει στο παρελθόν πάνω σε jaw dropping ψηφιακά αριστουργήματα που τα βλέπεις και λες "μα πώς χώρεσε;" επειδή ακριβώς το μέγεθός τους είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με το αποτέλεσμα που βλέπουμε στην οθόνη. Αν δεν με απατά η μνήμη μου, η πρώτη παραγωγή μεγέθους <64ΚΒ στο PC που προκάλεσε πάταγο παγκοσμίως ήταν το περίφημο The Product από το μακρινό 2000 (ρε, πότε πέρασαν 25 χρόνια; Με θυμάμαι να το τρέχω στο PC μου σαν χτες). Και από τότε που μπήκε το πρώτο λιθαράκι είδαμε ακόμα πιο εντυπωσιακά πράγματα (στα PCs αναφέρομαι).
Το 64KB demo με το οποίο θα καταπιαστούμε σε αυτήν εδώ την ανάρτηση δεν ανήκει στην παραπάνω κατηγορία. Δεν θα σας κάνει να μείνετε με ανοιχτό το στόμα ψιθυρίζοντας "πώς το φτιάξανε;" ούτε και να αναρωτιέστε πώς στο διάολο χώρεσε σε 65.536 θέσεις μνήμης. Scratch that, αυτό μπορεί και να το αναρωτηθείτε. Το κυριότερο χαρακτηριστικό του Offset Overdrive από το προσφάτως συσταθέν (2023) demogroup Spectrox είναι πως είναι τόσο oldschool που δεν μπορείς παρά να χαμογελάσεις, να νιώσεις μια ζεστασιά στην καρδιά, να αφήσεις λιγάκι στην άκρη ό,τι άλλο κι αν κάνεις παρακολουθώντας το. Απλά, ολοκάθαρα, παλιομοδίτικα γραφικά με τόση σαφήνεια που φέρνουν στο νου Atari ST on steroids με εκείνο το υπέροχο monitorάκι, το SC1224. Techno tune που "βαράει" όσο χρειάζεται και τα απαραίτητα (εντυπωσιακά) εφέ κάθε τόσο και λιγάκι για να μας θυμίσουν ότι είμαστε στον 21ο αιώνα και ότι πρόκειται περί σύγχρονης μεν αλλά oldschool δε παραγωγής. Γιατί δεν το λες και παλιό το Offset Overdrive αφού εμφανίστηκε μόλις πέρυσι στα πλαίσια του demoparty Deadline στο Βερολίνο.
Επειδή έχουμε να κάνουμε με PCάδικο demo μπορείτε να κατεβάσετε σε μία στιγμούλα το Offset Overdrive και να το απολαύσετε στο μηχάνημά σας, ό,τι δυνατοτήτων και χαρακτηριστικών και αν είναι αυτό, αφού νομίζω ότι πρακτικά τρέχει παντού (εντάξει, μην το δοκιμάσετε σε Pentium 4, βάλτε κάτι διπύρηνο τουλάχιστον). Έχετε υπόψη σας ότι προφανώς και θα σας γκρινιάξει το antivirus σας μόλις σας τσακώσει να κατεβάζετε ένα τόσο δα executable αρχείο, οπότε καλό θα είναι να το απενεργοποίησετε προσωρινά. Μπορείτε να κατεβάσετε λοιπόν το Offset Overdrive από εδώ ή, αν είστε τόσο τεμπέληδες που ούτε καν ένα PC executable δεν έχετε όρεξη να δοκιμάσετε, μπορείτε να παρακολουθήσετε το βιντεάκι που ακολουθεί. Σε κάθε περίπτωση νομίζω πως θα θαυμάσετε την απλότητα και την αισθητική του, αυτήν την τόσο άψογα υλοποιημένη less is more προσέγγιση. Προσωπικά μου φάνηκε υπέροχο πάντως.
Φτάνει το τέλος του μήνα και ρωτάς κάποιον τι είναι το πρώτο πράγμα που του έρχεται στο μυαλό σχετικά με αυτό το γεγονός. Και σου απαντάει ότι του τέλειωσαν τα χρήματα εδώ και 10 μέρες και περιμένει πότε θα μπει ο επόμενος μισθός. Πφφφ, πόσο πεζός και ανέμπνευστος είσαι αδερφάκι μου. Εδώ έφτασε ο καιρός για νέο επεισόδιο του The Spectrum Show κι εσύ ασχολείσαι με το ότι δεν έχεις να πληρώσεις τους λογαριασμούς; Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα από τις ταπεινές οικονομικές σου υποχρεώσεις. Και, άλλωστε, μην είσαι μίζερος, προσπάθησε να δεις το ποτήρι μισογεμάτο: σε άλλους τέλειωσαν τα χρήματα από το πρώτο δεκαήμερο του μήνα, εσύ που μπόρεσες να ανταπεξέλθεις για 20 ολόκληρες μέρες γκρινιάζεις κιόλας από πάνω;
Πέρα από την πλάκα και πέρα από το γεγονός ότι όντως τις τελευταίες μέρες κάθε μήνα πολλοί εκεί έξω κοιτάζουν με απόγνωση τον άδειο τραπεζικό τους λογαριασμό, είναι αλήθεια ότι αυτό το χρονικό διάστημα με εντυπωσιακή συνέπεια εδώ και πάνω από 10 χρόνια ο Paul Jenkinson μας χαρίζει και ένα νέο επεισόδιο του Spectrumικής θεματολογίας show του. Δεν θα μας πληρώσει τους λογαριασμούς ούτε και θα μας βγάλει από την οικονομική στενωπό στην οποία βρισκόμαστε, αλλά τουλάχιστον θα μας κάνει να ξεχαστούμε για ένα εικοσάλεπτο με αντικείμενο κάτι που κάποτε μπορεί να σήμαινε και σχεδόν τα πάντα για εμάς τους παλιότερους. Γιατί ναι, ακούγεται παράξενο πια, αλλά υπήρξε μία εποχή που ξυπνούσαμε, κοιμόμασταν και αναπνέαμε Spectrum! Πόσο άλλαξαν τα πράγματα με την πάροδο του χρόνου, ε;
Τέλος πάντων, το θέμα δεν είναι να μας (ξανα)πιάσει κατάθλιψη, αλλά να σας πληροφορήσω ότι το 156ο επεισόδιο του The Spectrum Show είναι διαθέσιμο για να το παρακολουθήσετε είτε στο κανάλι του στο YouTube είτε στο βιντεάκι στο τέλος του κειμένου. Το θέμα που προσωπικά ξεχώρισα είναι η δυνατότητα δικτύωσης που προσέφερε στους ιδιοκτήτες του ο συνδυασμός Spectrum και ZX Interface 1. Τολμώ να ομολογήσω ότι αν και στην εποχή του είχα αγοράσει ολοκαίνουριο το εν λόγω interface ούτε καν θυμόμουν ότι έδινε αυτή τη δυνατότητα. Και πριν με κράξετε αναλογιστείτε αν ξέρατε κάποιον που ασχολούταν με δίκτυα υπολογιστών το 1984! Προφανώς και όχι, την εποχή που διαβάζαμε Αγόρι και ακούγαμε Survivor το computer networking ήταν ένα αντικείμενο που μάλλον δεν γνωρίζαμε καν την ύπαρξή του. Δείτε λοιπόν στο παρακάτω βιντεάκι τι μπορούσε να κάνει ένας δικτυωμένος Spectrum και, αν η πρώτη σας σκέψη είναι η λεξούλα "chat" τότε μάλλον έχετε δίκιο!
Όπως και κάθε χρόνο εδώ και περίπου μία δεκαετία, ο Chris Wilkins της Fusion Retro Books έχει ξεκινήσει μία καμπάνια στο Kickstarter για τη χρηματοδότηση των ετήσιων εκδόσεων των πάλαι ποτέ δημοφιλών περιοδικών Crash (ZX Spectrum) και Zzap!64 (Commodore 64). Μαζί με αυτά κυκλοφορούν και οι ετήσιες εκδόσεις των Crash Next (ZX Spectrum Next) και Fusion ίσως έτσι απλά, για τη συμπλήρωση του καρέ, αφού θεωρώ απίθανο το ενδιαφέρον για τα δύο τελευταία να πλησιάζει έστω αυτό για τα δύο πρώτα.
Αν και η καμπάνια δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη - νομίζω ότι αυτό θα συμβεί το βράδυ της Δευτέρας, 27/10 - έχει ήδη υπερκαλυφθεί και με το παραπάνω το ποσό που ήταν απαραίτητο προκειμένου να υλοποιηθεί το όλο έργο. Μάλιστα, από τα 17.267€ που είχε θέσει ως ελάχιστο στόχο ο Chris Wilkins έχουν ήδη συγκεντρωθεί 91.602€, οπότε μιλάμε για κάτι παραπάνω από αίσιο τέλος. Μπράβο στον άνθρωπο λοιπόν και μακάρι να συνεχίσει για χρόνια με τον ίδιο ζήλο και με το ίδιο μεράκι.
Προσωπικά έχω στηρίξει αυτό το project από το 2019 μέχρι και το 2025 και κατά καιρούς έχω εκφραστεί ιδιαίτερα θετικά για την ποιότητα και το περιεχόμενο των ετήσιων αυτών εκδόσεων, ενώ επίσης κατά καιρούς έχω γκρινιάξει για το πόσο κόστιζαν τελικά για έναν κάτοικο της Ελλάδας προκειμένου να τις αποκτήσει. Το θέμα είναι ότι επειδή κάθε χρόνο πρώτα λάμβανα μέρος στην καμπάνια, μετά πλήρωνα και μετά από 1-2 μήνες λάμβανα τις ετήσιες εκδόσεις και πλήρωνα εκ νέου - το τελωνείο, αυτή τη φορά - δεν ήμουν ποτέ σε θέση να θυμάμαι ακριβώς πόσο μου είχαν κοστίσει! Φέτος λοιπόν, είπα να θίξω το θέμα τώρα που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα η καμπάνια, και βλέπω τις τιμές online. Οπότε, θα αναφέρω αυτά που θεωρώ ότι έχουν ενδιαφέρον μόνο. Έχουμε και λέμε, λοιπόν:
- Crash, Fusion και Zzap!64 έντυπα σε μέγεθος Α5 --> 58€ χωρίς τελωνειακά τέλη
- Crash έντυπο σε Α4 --> 37€ χωρίς τελωνειακά τέλη
- Zzap!64 έντυπο σε Α4 --> 37€ χωρίς τελωνειακά τέλη
- Crash έντυπο σε Α5 --> 22€ χωρίς τελωνειακά τέλη
- Zzap!64 έντυπο σε Α5 --> 22€ χωρίς τελωνειακά τέλη
Ε, ό,τι και να λέμε, άλλο το Α4 και άλλο το Α5
Φυσικά, αυτά τα ποσά έχουν υπολογιστεί με τις ισοτιμίες λίρας Αγγλίας και Ευρώ από το Kickstarter. Εάν προβείτε στην αγορά θα διαπιστώσετε ότι η τράπεζά σας δεν έχει κάνει ακριβώς τους ίδιους υπολογισμούς, με αποτέλεσμα να πληρώσετε κατιτίς παραπάνω. Ε, και μετά βάλτε και ως κερασάκι στην τούρτα τα τελωνειακά τέλη και θα διαπιστώσετε πώς μία έκδοση που είχε αρχική τιμή £12 (το Crash ας πούμε σε Α5) φτάνει στα χέρια μας με τελικό κόστος 30-35€. Φυσικά για αυτό δεν φταίει ο Chris Wilkins και η Fusion Retro Books, εννοείται και εξυπακούεται. Υπάρχει και κάτι όμως για το οποίο φταίει. Και αυτό είναι η απόφαση να φτιάχνονται τα ετήσια Crash και Zzap!64 σε μέγεθος Α5 (εδώ και 4 χρόνια, αν δεν κάνω λάθος) αντί για Α4. Αυτό σημαίνει ότι ή θα πάρουμε κάτι που θα χρειαζόμαστε σώνει και καλά γυαλιά για να το διαβάσουμε - είμαστε και κάποιας ηλικίας, ας μην κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας - ή θα πληρώσουμε σχεδόν τα διπλάσια χρήματα για να το πάρουμε σε Α4 ενώ όμως το στήσιμο έχει γίνει για Α5! Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια; Ότι η κάθε σελίδα έχει τα 2/3 (ίσως και λιγότερο) της ύλης που θα είχε εάν το περιοδικό είχε "στηθεί" εξ αρχής για Α4.
Όλα αυτά βέβαια κάπως εξηγούνται. Προφανώς αυτή η απόφαση ελήφθη προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα να αποκτήσει κάποιος τις ετήσιες εκδόσεις σε λογική τιμή (σε μέγεθος Α5) καθώς, λόγω βάρους και όγκου οι εκδόσεις σε Α4 είχαν αρχίσει να ξεφεύγουν οικονομικά τα τελευταία χρόνια. Είναι κατανοητό λοιπόν, αλλά δεν σημαίνει πως θα πρέπει να μας αρέσει κιόλας!
To '22-'23 είχαμε και ετήσιες εκδόσεις για Amstrad CPC και Amiga. Αυτές μάλιστα, να τις πληρώσουμε, να τις πάρουμε και να τις χαρούμε. Όχι όμως να πληρώνουμε το Fusion...
Και κάτι άλλο που δεν μου αρέσει - και αυτό έχει γίνει σίγουρα εσκεμμένα - είναι ότι δεν έχει κανένας τη δυνατότητα να πάρει σε κάποια τιμή προσφοράς ας πούμε μαζί τα Zzap!64 και Crash, είτε σε Α4, είτε σε Α5 μέγεθος. Γιατί, ενώ αυτά είναι που θέλει η συντριπτική πλειοψηφία προφανώς, στο Kickstarter είτε δεν προσφέρονται μαζί είτε σου βάζουν στο πακέτο και κάτι άλλο (π.χ. το Fusion) που δεν το θες και δεν σε ενδιαφέρει, μόνο και μόνο για να το "σπρώξουν" και αυτό. Αν δεν απατώμαι τα 2 τελευταία χρόνια πλήρωσα για 3 ετήσιες εκδόσεις ανά έτος προκειμένου να αγοράσω σε "προνομιακή" τιμή τις 2 που με ενδιέφεραν...
Το αστείο είναι ότι παρά το θέμα που έκανα και τις ενστάσεις που ανέπτυξα με βλέπω και φέτος να αγοράζω και πάλι τις ετήσιες εκδόσεις και να βρίζω από μέσα μου όταν πάω για την παραλαβή για το χαράτσι του τελωνείου. Σίγουρα αξίζουν - το έγραψα και παραπάνω, άλλωστε - αλλά θα ήταν καλά να είχαμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε πακέτο τα Crash και Zzap!64 με 40-70€ σύνολο κι όχι με τα ανωτέρω παρατεθέντα δεδομένα που έχουμε 44-74€ χωρίς το μποναμά της τράπεζας και χωρίς το πεσκέσι του τελωνείου.
Μπορεί να γκρινιάζω, αλλά το στηρίζω (and that's what matters most)
Α, και κάτι τελευταίο που ξέχασα να το αναφέρω: κατανοητό το μέγεθος Α5 για μία μηνιαία, διμηνιαία ή τριμηνιαία περιοδική έκδοση, αλλά αν βγάζεις κάτι πιο "επίσημο", κάτι ετήσιο με χοντρό εξώφυλλο και πιο περιποιημένο, ε, βγάλτο σε Α4. Μία φορά το χρόνο. Κανονικό Α4, όχι μεγεθυμένο Α5!
Και τώρα που τα έγραψα όλα αυτά και τα έβγαλα από μέσα μου πάω να στηρίξω την καμπάνια για μία ακόμα φορά, αγοράζοντας τις φτηνότερες δυνατές εκδόσεις - ναι, αυτές που δεν βλέπω να τις διαβάσω! Τι τα θες...
Κάποιες φορές με πιάνω να αναρωτιέμαι πώς τη βρίσκουν οι κάτοχοι Atari Falcon. Don't get me wrong, και γαμώ τα μηχανήματα είναι, δε λέω, ο κορυφαίος της σειράς ST, όμορφος, αλλά ρε παιδάκι μου υπολογιστής χωρίς software είναι σαν αυτοκίνητο χωρίς βενζίνη (ή ρεύμα, εδώ φτάσαμε). Και μια και έγραψα για αυτοκίνητα, ο Falcon πλέον πουλιέται πάνω-κάτω όσο ένα αυτοκίνητο 15ετίας που, όσο και να το κάνουμε, έχει και κάποια χρησιμότητα. Ο Falcon πού ακριβώς χρησιμεύει πέρα από την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας του ιδιοκτήτη του; Σοβαρές εφαρμογές δεν έχει, παιχνίδια δεν έχει, τι να τον κάνεις; Μονάχα η demoscene τον έχει δει ζεστά - περισσότερο κι απ' τον ίδιο τον ST τα τελευταία χρόνια για να λέμε και την αλήθεια.
Και αφού η demoscene τον έχει δει ζεστά και κυκλοφορούν αρκετά αξιόλογα demos, έπεσε στην αντίληψή μου ένα τέτοιο που μου άρεσε, οπότε σκέφτηκα να ενημερώσω και εσάς. Πού ξέρεις, μπορεί να διαβάσει την ανάρτηση και κανένας Falcon owner και να κατεβάσει το Electric Night στο οποίο αναφέρομαι και να γελάσει λίγο το χειλάκι του.
Το Electric Night των Dune λοιπόν δεν το λες και ολόφρεσκο, καθώς παρουσιάστηκε πριν από 9 ολόκληρα χρόνια στα πλαίσια του demoparty Silly Venture 2016, όπου και - μάλλον δικαίως - κατέκτησε την πρώτη θέση. Ο λόγος που εμένα προσωπικά μου έκανε κλικ έχει να κάνει κυρίως με τη συνολική αισθητική του και ιδιαίτερα με το soundtrack του, το οποίο - σύμφωνα με τα γούστα μου πάντα, εννοείται - είναι από τα καλύτερα που έχω ακούσει τα τελευταία χρόνια. Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για μία παραγωγή που την χαρακτηρίζει μόνο ο καλός ήχος, κάθε άλλο. Έχει αρκετά καλόγουστα και εντυπωσιακά εφέ και μάλιστα στα end credits οι δημιουργοί του εξηγούν ποια ξεχωριστά χαρακτηριστικά έχει το κάθε part που απολαύσαμε πριν φτάσουμε σε αυτά. Γενικώς πρόκειται για μία ισορροπημένη και καλόγουστη δημιουργία η οποία αναδεικνύει αρκετές από τις hardware αρετές της πλατφόρμας και, ως τέτοια, θεωρώ ότι αξίζει την προσοχή μας (σας).
Μπορείτε να κατεβάσετε το Electric Night από εδώ ή απλά να το παρακολουθήσετε στο video που ακολουθεί καθώς, chances are ότι μάλλον επενδύσατε τα χρήματά σας σε μεταφορικό μέσο και όχι σε κάποιον Falcon - και ορθώς πράξατε, αν θέλετε τη γνώμη μου, εδώ που τα λέμε.
Άντε να τα εξηγήσεις τώρα σε κάποιον που δεν είχε την τύχη να τα ζήσει. Ας προσπαθήσω όμως, έστω και ένας να καταλάβει, κάτι θα έχω πετύχει. Για πάμε...
Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του '80 η "φάση" με τα home computers στην Ελλαδίτσα ήταν όπως ίσως να φαντάζεστε, να έχετε ακούσει ή να έχετε διαβάσει: πολλοί χομπίστες, πολλά διαφορετικά μοντέλα, ειδικός - ελληνικός και μη - τύπος προσανατολισμένος περισσότερο σε αυτό που λέμε σήμερα hacking παρά στο gaming. Ο ZX Spectrum ξεχώριζε όχι μονάχα λόγω της χαμηλής τιμής του, αλλά και επειδή κουτσά-στραβά με λίγες ή πολλές παραχωρήσεις εδώ κι εκεί, έκανε το πάντα. Φυσικά, οι κάτοχοι Commodore 64 κοιτούσαν κάπως αφ' υψηλού όλους τους υπόλοιπους, καθώς το μηχάνημά τους ό,τι έχανε στην BASIC και στην ταχύτητα ανάγνωσης/εγγραφής από κασέτα ή δισκέτα το κέρδιζε και με το παραπάνω σε γραφικά, animation, δυνατότητες επέκτασης, "επαγγελματικό" πληκτρολόγιο και, φυσικά, ήχο. Εκεί ο 64άρης απλά δεν παιζόταν: ακόμα και αν σε κάποιον άλλο τομέα υπήρχε debate, στις ηχητικές και μουσικές δυνατότητες ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού. Μοιραία λοιπόν και εγώ, αν και πραγματικά δεν είχα το παραμικρό παράπονο από τον πιστό μου Spectrum τον οποίο και είχα προικίσει με πολύ software αλλά και αρκετά περιφερειακά, δελεάστηκα από τις οπτικοακουστικές αρετές του "ψωμιέρα" και ενέδωσα κάπου στις αρχές του '85, αν δεν κάνω λάθος. Βλέπετε, είχα δει - και ακούσει - τα πρώτα cracktros (που σημειωτέον τότε δεν υπήρχαν σε άλλους υπολογιστές) και είχα πάθει την πλάκα μου με την ομαλότητα της κίνησης, τη μουσική, τα sprites, το scrolling text και τα χρώματα σε raster bars κ.ά. που σου έδιναν την εντύπωση ότι ήταν πολύ περισσότερα από 16. Έτσι λοιπόν έδωσα πακέτο τον Spectrum με όλη του την προίκα για έναν ολοκαίνουριο, κουτάτο 64άρη με το original κασετόφωνό του και 3 παιχνίδια (Spy Hunter, Raid Over Moscow και The Way of the Exploding Fist).
Ο Commodore 64 έμεινε μαζί μου για ενάμιση χρόνο περίπου. Η αλήθεια είναι ότι είχα προλάβει να απολαύσω την όλη εμπειρία και πριν αποκτήσω τον δικό μου 64άρη, αφού ο τότε κολλητός μου είχε ήδη έναν τουλάχιστον 12-15 μήνες νωρίτερα και συχνά-πυκνά ξημεροβραδιαζόμασταν σπίτι του, παίζοντας, αντιγράφοντας ό,τι πρόγραμμα βρίσκαμε, πληκτρολογώντας ατέλειωτα listings (που στο τέλος δεν "έπαιζαν") και προσπαθώντας να χακάρουμε παιχνίδια και να βάλουμε στο menu τους τα ονόματά μας. Γενικώς τον είχα χαρεί τον "ψωμιέρα" αρκετά λοιπόν, ακόμα και πριν αποκτήσω τον δικό μου.
Κάπου στο 2ο εξάμηνο του '86, αποφασίσαμε με τον πατέρα μου να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα και να δοκιμάσουμε την εμπειρία των 16bits. Εκείνος είχε πολύ περισσότερο από μένα το μικρόβιο του computing, αλλά επικεντρωνόταν αποκλειστικά στον προγραμματισμό, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί περισσότερο τον παρθενικό υπολογιστή που αποκτήσαμε ποτέ, τον TRS-80 CoCo με την εξαιρετική Extended Color BASIC, παρά τον Commodore 64. Συμφωνήσαμε λοιπόν να συγκεντρώσουμε και να πουλήσουμε τους υπολογιστές, τα περιφερειακά και το software που είχαμε, προκειμένου να μαζέψουμε ένα μέρος του ποσού που χρειαζόταν ώστε να αποκτήσουμε τον ένα και μοναδικό Atari 520ST με το ασπρόμαυρο high resolution monitor που το είχαμε δει και είχαμε χαζέψει. Έτσι λοιπόν και έγινε, και μετά από 15-18 μήνες περίπου αποχωρίστηκα τον Commodore 64 με (πολύ) βαριά καρδιά. Αλλά τι στο καλό, ο ST υποτίθεται ότι ήταν χρόνια μπροστά, δεν ήταν;
Η αλήθεια είναι ότι όντως ήταν. Μετά τους TRS-80 CoCo, ZX Spectrum και Commodore 64, το να χρησιμοποιείς ένα "διαστημικό" GUI όπως το GEM σε οθόνη ανάλυσης 640x400 pixels ήταν εμπειρία out of this world. Το περιβάλλον των "σοβαρών" προγραμμάτων (σχεδιαστικά, επεξεργαστές κειμένου) και των γλωσσών προγραμματισμού ήταν τόσο προχωρημένο συγκριτικά με ό,τι είχα δει μέχρι τότε, που χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 10 χρόνια και να μεταβώ σε PC με 17άρα οθόνη για να βιώσω κάτι που έστω πλησίαζε αυτά που βίωνα στον ST. Αφήστε που μετά την εμπειρία του 1541 (το disk drive του C64) και των εντολών τύπου LOAD "*",8,1 το να δουλεύεις με τις 3,5" δισκέτες του Atari σε ένα περιβάλλον που έκανε αντιγραφή, μετακίνηση, δημιουργία φακέλων κλπ παιχνιδάκι ήταν κάτι που σε έκανε να νιώθεις ότι είχες πάρει μετάθεση από το Κακοσάλεσι στο USS Enterprise!
Όλα αυτά λοιπόν ήταν υπέροχα, εξαιρετικά, εξαίσια. Ένα προβληματάκι υπήρχε μονάχα: δεν είχα παιχνίδια στον ST. Πέρα από μία έκδοση του Missile Command, ένα Pac-Man, το Brataccas και το Starglider υπήρχε το απόλυτο χάος, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των ST games έτρεχε σε low resolution (320x200 pixels) και έγχρωμη οθόνη που εγώ απλά δεν διέθετα! Ούτε μπορούσα φυσικά να συνδέσω τον Atari στην τηλεόραση του σαλονιού, αφού η μόνη διαθέσιμη συνδεσμολογία (SCART) φυσικά και δεν υποστηριζόταν από την γερασμένη Grundig μας. Έτσι, από τον χρωματικό οργασμό, τα rasterbars, τα cracktros, το animation που ήταν πιο απαλό κι από μετάξι του 64άρη έμεινα με μία συνολική υπολογιστική εμπειρία της επόμενης ίσως δεκαετίας, αλλά χωρίς παιχνίδια! Το λες και βαρβάτη αλλαγή αυτό, έτσι δεν είναι;
Ευτυχώς για μένα, η βιντεοπαικτική αγρανάπαυση διήρκεσε μετά βίας ένα χρόνο, όσο χρειάστηκε δηλαδή για να μαζέψω τα χρήματα και να αγοράσω μία έγχρωμη οθόνη για τον ST. Δυστυχώς όχι εκείνη την υπέροχη τη δική του - SC1224 πρέπει να λεγόταν, αν δεν με απατά η μνήμη μου - αλλά μία Sanyo η οποία ήταν αξιοπρεπέστατη και οπτικά θύμιζε monitor της Commodore. Ε, και πλέον, άντε μαζέψτε με!
Την εποχή εκείνη είχε ανοίξει και το Atari Club, το οποίο, αν δεν κάνω λάθος, στεγαζόταν στο πατάρι (μην κάνετε ηλίθιους συνειρμούς, σας εκλιπαρώ) του Computer Market, γωνία Σολωμού με Μπόταση. Atari Club σήμαινε βασικά ότι με μία ελάχιστη συνδρομή μπορούσες να αντιγράψεις οτιδήποτε λαχταρούσε η ψυχή σου. And then some. Η πειρατεία λογισμικού στο ζενίθ της, να αντιγράφουμε απλά για να αντιγράψουμε φάση, ακόμα και παιχνίδια ή προγράμματα που δεν σκοπεύαμε να ασχοληθούμε πραγματικά ποτέ μαζί τους. Τολμώ να πω ότι αυτό που ενδόμυχα ανέμενα, ότι δηλαδή τα παιχνίδια του ST θα ήταν... εκατό φορές καλύτερα από αυτά του 64άρη, δεν το διαπίστωσα. Ναι μεν είχαν καλύτερα γραφικά υψηλότερης ανάλυσης (συνήθως) και υπήρχαν και κάποια που διέθεταν και αντίστοιχα καλή μουσική, αλλά αυτό που είχα στο μυαλό μου, κάτι σε στυλ "arcade perfect" αποδείχτηκε εντελώς ουτοπικό. Και νομίζω ότι ήταν αυτό ακριβώς το αγαπημένο μου από τα coin ops, το Bubble Bobble, που όταν το έπαιξα στον ST με απογοήτευσε. Γιατί σε επίπεδο γραφικών και ήχου ήταν μια χαρά, και σίγουρα ένας αδαής θα ξεγελιόταν, αλλά για hardcore Bubble Bobblers ήταν... Αφήστε το, μην ανοίγουμε πληγές τώρα...
Αν όμως τα παιχνίδια του ST δεν με ενθουσίασαν, βρήκα κάτι άλλο που πραγματικά με εντυπωσίασε. Και αυτά ήταν τα demos. Βλέπετε, μέχρι τότε, ακόμα και στον Commodore 64, demos δεν υπήρχαν (κι αν υπήρχαν, σίγουρα εμείς δεν είχαμε δει κάποιο). Μόνο τα cracktros επεδείκνυαν τις δυνατότητες του μηχανήματος, και με τρόπο μάλιστα που συνήθως ούτε τα games δεν κατάφερναν. Σκεφτείτε λοιπόν όταν πέτυχα το πρώτο demo, στον ST, πώς θα πρέπει να ένιωσα με γραφικά και χρώματα που ήταν κατά πολύ ανώτερα αυτών των cracktros του 64άρη! Μιλάμε για πρωτόγνωρη εμπειρία - και ταυτόχρονα για ένα demo που με τα σημερινά standards θα το αντιμετωπίζαμε με ατάκες του τύπου "μα είναι να γελάει κανείς". Και όμως τότε, το '88, ένα demo που στην ουσία ήταν περίπου σαν standalone polished cracktro, όχι απλά εντυπωσίαζε, αλλά το έβαζες να το δουν και οι φίλοι σου για να καταλάβουν γιατί είχες παρατήσει των πακτωλό των 8bit games για να μετακινηθείς στα 16bits. Να γιατί!
Μέχρι τότε κυριαρχούσε η εντύπωση πως ο Commodore 64 ηχητικά ήταν ό,τι καλύτερο είχε εμφανιστεί στον χώρο του home computing, καθώς συνδύαζε το εμβληματικό SID με εκατοντάδες μουσικές συνθέσεις απείρου ηχητικού κάλους, ποιότητα και ποσότητα δηλαδή που καμία άλλη πλατφόρμα δεν μπορούσε καν να ονειρευτεί ότι θα μπορούσε να πλησιάσει. Και, ξαφνικά, εμφανίζεται το The B.I.G. Demo των Exceptions (όπου B.I.G. σημαίνει - τι άλλο; - Best In Galaxy). Και τι έχουν κάνει οι μάγκες εκεί; Πέρα από κάτι εντυπωσιακούς textscrollers και έναν πακτωλό χρωμάτων έχουν μεταφέρει οι αθεόφοβοι δεκάδες από τις καλύτερες μουσικές συνθέσεις του Μπετόβεν της ηλεκτρονικής μουσικής, του ενός και μοναδικού Rob Hubbard, από τον 64άρη στον ST! Κι εκεί που θεωρούσαμε ότι το Yamaha YM2149F (για τους φίλους AY-3-8910 για να καταλαβαινόμαστε) ήταν πάνω-κάτω ό,τι είχαμε ακούσει στον Amstrad CPC, ξαφνικά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την απόλυτη ηχητική πανδαισία! Η αίσθηση είναι ότι ο ST ήρθε για να μείνει, το μηχάνημα τα σπάει! Αλλά είχε κι άλλο επεισόδιο η ιστορία...
Και κάπου εκεί, τέλη '88 με αρχές '89, ήρθε το The Union Demo. Μία παραγωγή-σταθμός στην ιστορία του ST, ένα megademo όπως θα το χαρακτηρίζαμε τότε, αποτελούμενο από parts που σε άφηναν με ανοιχτό το στόμα. Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσω ότι τα demos τότε δεν ήταν όπως τώρα, δεν είχαν δηλαδή μία κεντρική ιδέα ή ένα θέμα ή μία ιστορία την οποία να ντύνουν με διάφορα εφέ. Τότε τα demos έμοιαζαν με εξελιγμένα cracktros που απλά προσπαθούσαν να καταρρίψουν κάποιο ρεκόρ (σε χρώματα on screen, κάποια undocumented ανάλυση οθόνης, πλήθος BOBs και πάει λέγοντας). Ακόμα - και αυτό κι αν είναι ανήκουστο για τις σημερινές παραγωγές - τότε τα περισσότερα demos απαιτούσαν να υπάρχει interaction με τον χρήστη. Τι λέτε γι' αυτό;
Έτσι λοιπόν στο The Union Demo ο χρήστης ελέγχει έναν... δίποδο μυρμηγκοφάγο (!), τον Charly, ο οποίος συναντάει διάφορες πόρτες. Σε κάθε μία που επιλέγει να μπει ανταμειβόμαστε με κάποιο part του The Union Demo. Και εδώ, πραγματικά, αυτά που βλέπουμε και ακούμε, για την εποχή είναι πρωτόγνωρα και ανεπανάληπτα. Είναι δύσκολο να διαλέξω τι με είχε εντυπωσιάσει περισσότερο: το sampled Beat 'dis των Bomb the Bass λίγο καιρό πριν κάνει το ίδιο το Xenon 2 με το Megablast; Τα 512 χρώματα που στα μάτια που είχαν συνηθίσει το πολύ σε 16 έδειχναν, απλά, άπειρα; Το - δεν ξέρω κι εγώ πόσων επιπέδων - ταχύτατο και ομαλότατο parallax scrolling; Οι τεράστιοι, πολύχρωμοι και χοροπηδηχτοί textscrollers; Τα υπέροχα tunes; Τι απ' όλα;
Ίσως, αν κάποιος τα δει και τα ακούσει όλα αυτά σήμερα έχοντας την εμπειρία, τη θέαση και τα ακούσματα όλων αυτών των ετών να πει "έλα μωρέ, και σίγα το πράγμα". Αλλά δεν είναι έτσι: προσπαθήστε να βάλετε τον εαυτό σας στη θέση εκείνη στο χρόνο που ακόμα δεν έχετε δει τίποτα σχετικό με demoscene πέρα από κάποια cracktros στον Commodore 64. Και μετά ακούτε τον ST στο The B.I.G. Demo να παίζει το μουσικό the very best of... του ρεπερτορίου του τελευταίου σε μία δισκέτα, και, πριν προλάβετε να συνέλθετε, τρακάρετε με το... θωρηκτό που λέγεται The Union Demo. Και με ανοιχτό το στόμα βλέπετε έναν πακτωλό χρωμάτων, υψηλή ανάλυση γραφικών, ταχύτατη και ασύλληπτα ομαλή κίνηση, πράγματα που κανένας έως τότε δεν είχε ξαναδεί. Πιστέψτε με, το The Union Demo ήταν η απτή απόδειξη ότι πέρα από το λιτό αλλά λειτουργικότατο GUI, πέρα από την... ατέλειωτη RAM, πέρα από την "άνετη" software συμβατότητα με PC και Macintosh, ο ST ήταν το μηχάνημα των υγρών ονείρων οποιουδήποτε εντυπωσιαζόταν από γραφικά, animation και synthesized μουσική. Ναι, ήταν γεγονός, ο Jack Tramiel, από το μετερίζι της Atari αυτή τη φορά, μας είχε φιλέψει με τον άξιο και αδιαμφισβήτητο διάδοχο του 64άρη. Ο τίτλος του βιβλίου του Jamie Lendino για τον ST, το "FaSTer Than Light" είναι απολύτως αντιπροσωπευτικός αυτού που εισπράτταμε εκείνα τα χρόνια ως χρήστες του ST. Δεν κοιτούσαμε κανέναν, δεν υπήρχε καν υποψία ανταγωνισμού. Φυσικά, όπως άπαντες γνωρίζουμε, αυτό σύντομα άλλαξε...
Εδώ όμως δεν θα αναφερθώ στην άσπονδη φίλη του ST που τελικά μάλιστα κέρδισε τη μεταξύ τους κόντρα και μάχη. Δεν είναι ανάγκη, άλλωστε: η "κυρία" αυτή έχει εισπράξει άπειρη αγάπη από τους ανά τον κόσμο ρετροκομπιουτεράδες και συνεχίζει να το κάνει. Και καλώς συμβαίνει αυτό, δεν θα πω το αντίθετο. Αλλά είναι mind blowing (δε μου έρχεται στα ελληνικά τώρα) το γεγονός ότι αυτό το υπέροχο μηχάνημα, αυτός ο γαμάτος 16μπιτος που αποτελούσε για κάποια χρόνια by far την πιο "τίμια" και ολοκληρωμένη υπολογιστική πρόταση, τώρα πια είναι σα να έχει χαθεί στη λήθη. Αν ακούσετε κουβέντες ή διαβάσετε απόψεις, όλοι οι "ψαγμένοι" λένε τι δεν μπορεί να κάνει ο ST - έχοντας πάντα ως μέτρο σύγκρισης το αντίπαλο στρατόπεδο και το gaming και demo πεδίο. Αλλά εδώ είναι το θέμα: τόση ώρα σας γράφω τι μπορούσε να κάνει αυτό το καταπληκτικό μηχάνημα, όχι τι ΔΕΝ μπορούσε να κάνει! Πώς και πότε βρεθήκαμε από τη μία πλευρά της κουβέντας στην απέναντι;
Διάβασα κάποτε την άποψη ότι τα τελευταία χρόνια οι (όποιες) παραγωγές της ST scene τρέχουν αποκλειστικά σε Atari STE γιατί έχουμε δει τα όρια του ST, δεν υπάρχει κάτι άλλο να δούμε. Διαφωνώ. Διότι όταν οι coders είχαν πραγματικά φτάσει στο σημείο να μπορούν να κάνουν παπάδες με το αρχικό hardware του '85, πλέον η μεγάλη μάζα των χρηστών είχε μεταφερθεί στο απέναντι στρατόπεδο. Και η ίδια η Atari έδωσε την χαριστική βολή, αντικαθιστώντας τον ST με τον STE. Καληνύχτα σας. Ποιος θα ασχολούνταν πια να φτιάξει κάτι στο επίπεδο του Vroom, του Lethal Xcess, του Enchanted Land, του Xenon 2, ακόμη και του Lotus, που έδειξαν ότι ο ST ήταν κατάλληλος για πολύ περισσότερα από το Flying Shark, το OutRun ή την άθλια μεταφορά του Shadow of the Beast. Στο τέλος της μέρας, τα πράγματα είναι απλά. Το μηχάνημα απλά δεν πήρε την αγάπη που του άξιζε. Ούτε από τους χρήστες, ούτε από τους developers, αλλά ούτε και από τους coders της demoscene πέρα από τα πρώτα 5-6 χρόνια της ύπαρξής του. Και είναι πραγματικά κρίμα, γιατί όποιος βίωσε την πραγματικότητα εκείνων των πρώτων χρόνων, ξέρει ότι ο ST άξιζε πολλά περισσότερα...
Α, και ολοκληρώνοντας να σας πω ότι έκανα την ευχάριστη διαπίστωση ότι τελικά αυτό που μόλις διαβάσατε είναι το 1.000στό post στο blog, και όχι το προηγούμενο όπως λανθασμένα σας είχα γράψει στην προηγούμενη ανάρτηση. Βλέπετε, το Blogger είχε μετρήσει στα posts και το τρέχον που ήταν σε μορφή προχείρου και δεν είχε "ανέβει" ακόμα. Οπότε ναι, για εμένα προσωπικά είναι πολύ περισσότερο appropriate να φτάνω το milestone των 1.000 αναρτήσεων με ένα post-σεντόνι για τον αγαπημένο μου Atari ST. Το αξίζει ο καημένος γιατί όλοι σχεδόν στο φτύσιμο τον έχουν τα τελευταία χρόνια...
Και κάτι τελευταίο: όσοι έχετε την περιέργεια να δείτε (σε εξομοίωση) όλα σχεδόν τα demos που κυκλοφόρησαν για τον ST, μπορείτε να το κάνετε μέσω αυτού εδώ του καταπληκτικού website. Ο Hatari τρέχει από τον browser, τα demos φορτώνονται ακαριαία, δεν χρειάζεται ούτε να κατεβάσετε ούτε να σετάρετε το παραμικρό. Και φυσικά δεν θα μπορούσα να σας αφήσω χωρίς το The Union Demo, έτσι δεν είναι;
Για όσους ακόμα αμφιβάλλουν για τις δυνατότητες του stock Atari ST, να υποδείξω αυτό εδώ, ακόμα και αν οι ίδιοι οι developers του δεν (δείχνουν να) καίγονται να το ολοκληρώσουν και να το κυκλοφορήσουν. Όχι ρε φίλε, πείτε ό,τι θέλετε, αλλά το μηχάνημα στα κατάλληλα χέρια μπορούσε - και μπορεί - να κάνει παπάδες!
Κάποια πράγματα οφείλουν, προκειμένου να επισημοποιηθούν, να εκπληρωθεί κάποια αναγκαία συνθήκη. Ας πούμε, μπορεί να ξεκινήσει η εβδομάδα, να μπει η Δευτέρα χωρίς γαμώσταυρα και κατάρες; Όχι, φυσικά: η έλλειψη κακής διάθεσης, εκνευρισμού και των ανάλογων βωμολοχιών μαρτυρά την εκκίνηση μίας άλλης ημέρας της εβδομάδας και σίγουρα όχι της Δευτέρας! Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με το τέλος ενός μήνα: πώς θα τελειώσει ο έρμος αν δεν συνοδευτεί από ένα νέο επεισόδιο του The Spectrum Show; Γίνεται; Δεν γίνεται.
Αυτή τη φορά ο Paul Jenkinson συνεπικουρούμενος από τον Geoff Neil μας παρουσιάζει ένα επεισόδιο με διάρκεια που κυμαίνεται στα επίπεδα αυτών την προηγούμενης σεζόν, καθώς αγγίζει σχεδόν τα 27 λεπτά. Σε αυτή την ώρα όπως γίνεται εύκολα κατανοητό ο θεατής θα χορτάσει με διάφορα θέματα Spectrumικής φύσεως, ξεκινώντας από τη χρυσή εποχή των CD-ROMs και την παρουσίαση μίας συλλογής με emulators, video games, demos και πάρα πολύ ακόμα υλικό σχετικό με τον ZX Spectrum. Με δεδομένο ότι η συλλογή αυτή κυκλοφόρησε όταν ακόμα το Internet ήταν "στις αρχές του" για τον μέσο χρήστη (1995-96) είναι βέβαιο ότι εκείνα τα χρόνια θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμο asset για κάθε Speccy lover.
Στη συνέχεια ο Paul μας παρουσιάζει κάποια - τα εντυπωσιακότερα, μάλλον - παιχνίδια από την φετινή Yandex Retro Games Battle. Όσοι δεν γνωρίζετε περί τίνος πρόκειται κάντε τον κόπο να ρίξετε μια ματιά και θα μείνετε με το στόμα ανοιχτό από το επίπεδο των Spectrum games που διαγωνίζονται στα πλαίσια αυτής της διοργάνωσης. Εκεί παρουσιάστηκαν σχεδόν όλοι οι κορυφαίοι τίτλοι των τελευταίων ετών προερχόμενοι από Ρώσους coders, οι οποίοι, δουλεύοντας στον Spectrum, απλά κάνουν θαύματα. Όχι, δεν υπερβάλλω, ισχύει. Ακόμα και ένα screenshot από τις σύγχρονες παραγωγές να έβλεπε κάποιος στα 80s θα του φαινόταν εντυπωσιακό, πού να του έλεγες ότι όλα αυτά που κοσμούν την εικόνα κινούνται κιόλας! Για τέτοια εξέλιξη και αρτιότητα μιλάμε.
Από το 155ο επεισόδιο του The Spectrum Show παρελαύνει και το κλασικό Hyper Sports, το οποίο, αν και είναι εξαιρετικό στην έκδοση του Spectrum, δυστυχώς ανήκει σε αυτή την κατηγορία παιχνιδιών που ήταν σε όλους τους τομείς ανώτερα στον Commodore 64. Ταίριαζε περισσότερο στον ψωμιέρα παρά στον γομολάστιχα, τι να κάνουμε!
Το επεισόδιο ολοκληρώνεται με μία κουβεντούλα του Paul με τον Geoff σχετική με παιχνίδια αθλητικού περιεχομένου στον Spectrum, η οποία, ευτυχώς, το έχει το ενδιαφέρον της.
Συνολικά ένα ακόμα χορταστικό επεισόδιο λοιπόν, που δεν θα αφήσει παραπονεμένους τους λάτρεις της σειράς (και του Spectrum, βεβαίως, βεβαίως).
Σε άλλα νέα - το γράφω και καλά σφυρίζοντας αδιάφορα - αυτό που διαβάζετε είναι το χιλιοστό post, η ανάρτηση υπ' αριθμόν 1.000 από τον γράφοντα σε ετούτο εδώ το ταπεινό διαδικτυακό retro μετερίζι.
Σε πείσμα κάποιων καλοθελητών (Meletoth, ακούς;) αλλά και της συνήθους πρακτικής που επικρατεί στα ανά τον κόσμο blogs ανεξαρτήτως θεματολογίας, το Dony's (not only) New Stuff for Old Computers βρίσκεται στον 9ο χρόνο του και, πλέον, σε τετραψήφιο αριθμό αναρτήσεων. Προσωπικά, όταν τον Φεβρουάριο του 2016 ξεκίνησα να γράφω τις σκέψεις μου (και) στο Internet δεν είχα καμία απολύτως βλέψη και καμία προοπτική μακροημέρευσης του εγχειρήματος. Ευτυχώς για εμένα το μεράκι και η στοχοπροσήλωσή μου (309 αναρτήσεις την πρώτη χρονιά!) βρήκαν ανταπόκριση σε όλους και όλες εσάς που με τιμάτε διαβάζοντας το blog, οπότε βρήκα και έναν έξτρα λόγο για να συνεχίσω.
Εννοείται πως πλέον η διάθεση και η όρεξη δεν είναι αυτές που ήταν πριν από 9 χρόνια, αλλά - και πάλι καλά να λέμε - δεν έχουν εκλείψει εντελώς, οπότε ευελπιστώ να μπορέσω να συνεχίσω το Dony's (not only) New Stuff for Old Computers για αρκετά χρόνια ακόμη. Υγεία να υπάρχει και τα υπόλοιπα θα τα βρει η υπηρεσία. Α, ναι, και η παρθενική "εισαγωγική" ανάρτηση, εδώ.
Μπήκε λοιπόν για τα καλά το φθινόπωρο στις ζωές μας - σε επίπεδο τυπικό, όχι θερμοκρασιών φυσικά, στην Ελλάδα βρισκόμαστε άλλωστε - και ξεκίνησαν τα πρώτα demoparties της σεζόν και άρχισαν να σκάνε μύτη και τα πρώτα "διαμαντάκια". Δεν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αλλιώς το The Violators για τον Commodore 64 από τους γνωστούς και μη εξαιρετέους Censor Design, αφού οι τελευταίοι για ακόμα μια φορά μας έδειξαν πώς μπορούν να συνδυάζουν φρέσκες ιδέες, άψογη αισθητική και εντυπωσιακά εφέ σε μία παραγωγή που αντλεί τη θεματολογία της από τη δεκαετία του 1920 και την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Δεν το λες και θέμα που έχει... εξαντληθεί σε επίπεδο demos, έτσι δεν είναι;
Προσωπικά αυτό που με εντυπωσιάζει περισσότερο είναι το πώς αυτοί οι τύποι σκέφτονται "α, να κάνουμε αυτό" - στη συγκεκριμένη περίπτωση ας πούμε το εφέ παλιού φιλμ - και μετά απλά το υλοποιούν, κι ας έχουν να κάνουν με ένα μηχάνημα 43 ετών που, όπως και να το κάνεις, δεν μπορείς να πεις ότι έχει και hardware που σου "λύνει τα χέρια". Αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες προφανώς για τους Censor Design που δημιουργούν εντυπωσιακές ψηφιακές σεκάνς με την ευκολία που εμείς, οι κοινοί θνητοί, μασάμε μία τσίχλα!
Είναι να βγάζεις το καπέλο σε αυτούς τους τύπους που καταφέρνουν να συνδυάζουν την προγραμματιστική τους δεινότητα με αυτή την υπέροχη αισθητική που χαρακτηρίζει τις παραγωγές τους χωρίς να ξεφεύγουν από την αρχική τους ιδέα και να παρουσιάζουν μία παραγωγή τόσο ολοκληρωμένη και εντυπωσιακή που αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση. Μόνη παραφωνία στο The Violators είναι - ως συνήθως - το soundtrack αυτού, που ούτε εύηχο είναι αλλά ούτε και ταιριάζει στο θέμα του demo (ειδικά στην πρώτη πλευρά της δισκέτας). Γιατί, πείτε μου εσείς, πόση σχέση μπορούν να έχουν τα beatάκια με τους μαφιόζους έναν αιώνα πριν; Αλλά το έχω γράψει τόσες φορές που ακούγομαι πλέον σαν χαλασμένος δίσκος: όσο υπέροχα ήταν τα tunes που έντυναν τις gaming παραγωγές στα 80s, τόσο ανέμπνευστα είναι αυτά που συνοδεύουν τα demos του 21ου αιώνα (αναφέρομαι πάντα στον Commodore 64). Υπάρχουν φυσικά και οι ευχάριστες εξαιρέσεις, αλλά αυτές είναι, δυστυχώς, λιγοστές.
Πίσω στο The Violators όμως, που πραγματικά σας συστήνω να το τσεκάρετε σε πρώτη ευκαιρία. Είτε στο βιντεάκι που ακολουθεί είτε κατεβάζοντάς το από εδώ. Βάλτε τον ήχο στο mute (lol) και απολαύστε!
Το ότι σε 1-2 μήνες θα έχουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε έναν νέο 64άρη από την επίσημη (πλέον) Commodore σίγουρα αποτελεί ένα κοσμοϊστορικό γεγονός για εμάς τους ρέκτες του retro computing που μεγαλώσαμε στην αγνή εκείνη εποχή που οι εφημερίδες είχαν μέγεθος σεντονιού, οι γυναίκες μεγαλύτερη τριχοφυΐα από τον (μακαρίτη) Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες, τα τρόλεϊ ήταν ακόμα Alfa Romeo και τα σουβλάκια ήταν όντως πάμφθηνα. Αδημονώ να φτάσει η μέρα εκείνη που θα ανοίξω του κουτί του Commodore 64 Ultimate, θα μυρίσω (ναι ρε, τι ζόρι τραβάτε;) το περιεχόμενό του, θα ξεφυλλίσω το σπιράλ manual (αυτό μας υποσχέθηκαν) και θα χαϊδέψω το ολοκαίνουριο πληκτρολόγιό του πατώντας απαλά τα πλήκτρα και απολαμβάνοντας τον ήχο τους. Σίγουρα θα είναι μια μεγάλη στιγμή για όσους από εμάς συνεχίζουν να χρησιμοποιούν ακόμα και σήμερα τον "ψωμιέρα", τον εμβληματικό, τον μοναδικό, τον πλέον αναγνωρίσιμο και επιτυχημένο home computer όλων των εποχών. Και τον πιο εντυπωσιακό στην εποχή του, αν θέλετε την ταπεινή μου άποψη. "Τα καλύτερα έρχονται" θα μπορούσε να πει κάποιος, αλλά εμένα με ξέρετε, δεν ανήκω στους παθολογικά αισιόδοξους, οπότε θα αφήσω απλά να σχηματιστεί στο πρόσωπό μου ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα και θα περιμένω την ώρα που θα έρθει ο κούριερ με τον Ultimate. Μέχρι τότε...
...λοιπόν, μέχρι τότε υπάρχουν εντυπωσιακά νέα, τα οποία μόλις σήμερα υπέπεσαν στην αντίληψή μου και θεωρώ καθήκον μου να τα μοιραστώ μαζί σας. Βλέπετε, είναι πλέον γεγονός ένα νέο graphical user interface για τον 64άρη, που ονομάζεται - λίγη φαντασία δεν θα έβλαπτε, αλλά δεν πειράζει - απλά "GUI64". "Και τι μ' αυτό;" θα αναρωτηθεί εύλογα κάποιος, αφού έτσι κι αλλιώς υπήρχε το GEOS από... πάντα. Δεν είναι ακριβώς έτσι, όμως...
Το GUI64, σε πλήρη αντίθεση με το GEOS που ήταν ένα αξιοπρεπέστατο graphical user interface για την εποχή του (αλλά αργό σαν συνέντευξη του Ντούσαν Μπάγεβιτς για όσους δεν το θυμάστε) έρχεται κατ' αρχάς σε cartridge image. Πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να ξεκινάει άμεσα μαζί με τον 64άρη και, όχι μονάχα αυτό, αλλά όλες οι λειτουργίες του εκτελούνται ακαριαία αφού δεν πρόκειται για modules που φορτώνονται από δισκέτα, αλλά από το (εικονικό ή πραγματικό) cartridge. Το κυριότερο όμως θετικό στοιχείο του GUI64 είναι ότι φτιάχτηκε έχοντας στο νου σύγχρονα γραφικά περιβάλλοντα, και λειτουργεί κατ' αυτόν ακριβώς τον τρόπο. Δηλαδή, πώς ήταν το Workbench 1.3 της Amiga; Καμία σχέση. Εδώ έχουμε ένα GUI με όλες τις δυνατότητες και τα χαρακτηριστικά που θα ζητούσε ένας χρήστης δανεισμένα και εκτελεσμένα με τρόπο που θυμίζει μία μίξη MacOS και Windows. Respect, γιατί οτιδήποτε άλλο υπήρχε μέχρι τώρα δεν είχε την παραμικρή σχέση από άποψη δυνατοτήτων και χρηστικότητας.
Επίσης, ένα ακόμα μεγάλο όπλο στο - φαινομενικά ανεξάντλητο - οπλοστάσιο του GUI64 είναι οι δυνατότητες που παρέχει στους χρήστες SD2IEC. Πρόσβαση, χρήση, δημιουργία, διαγραφή, αντιγραφή, μετακίνηση και μετονομασία subdirectories, mounting και χρήση disk images, file manipulation μέσα από τις τελευταίες, the lot. Πέρα δηλαδή από τον Commodore 64 Ultimate που μπορεί να μην ψήνονται να τον αγοράσουν όλοι εκεί έξω (σεβαστό), το GUI64 προσφέρει το απόλυτο πακέτο χρηστικότητας και λειτουργικότητας για όποιον διαθέτει ένα Kung-Fu Flash cartridge και ένα SD2IEC device. Και αυτός ο συνδυασμός είναι κάτι που πάρα πολλοί εκεί έξω ήδη έχετε και, όπως και να το κάνουμε, απευθύνεται στους χρήστες με τα πλέον ταπεινά βαλάντια, μεταμορφώνοντας κυριολεκτικά τον υπολογιστή τους.
Το GUI64 βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην έκδοση 1.9 και θα είναι διαθέσιμο σε .CRT image για δωρεάν download από όλους, όταν θα κυκλοφορήσει και ο C64 Ultimate. Φυσικά, αν αποκτήσετε τον τελευταίο θα αποτελεί μέρος του software package το οποίο θα εμπεριέχεται στη συσκευασία του μηχανήματος. Φίνα!
Για να πάρετε μία - πολύ καλή - ιδέα των δυνατοτήτων του GUI64 παρακολουθήστε το παρακάτω βίντεο:
Update: μπορείτε να κατεβάσετε από τώρα το GUI64 v.1.9 απ' όσο διαπίστωσα. Σε cartridge image θα το βρείτε εδώ, σε disk image εδώ και σε standalone PRG αρχείο εδώ. Απολαύστε υπεύθυνα!
Κι έλεγα κι εγώ, τελειώνει ο μήνας, τι συμβαίνει, δεν θα κυκλοφορήσει καινούριο επεισόδιο του The Spectrum Show; Τόλμησε μήπως ο Paul Jenkinson να πάει διακοπές και να μας αφήσει χωρίς τη μηνιαία, Spectrumικής φύσεως, δόση μας; Όχι, ευτυχώς: έστω και λίγο πριν ακουστεί η κόρνα της λήξης, το YouTube με πληροφόρησε ότι το 154ο επεισόδιο του The Spectrum Show ήταν διαθέσιμο για παρακολούθηση. Ουφ, ευτυχώς, στ' αλήθεια φοβήθηκα μην έκανε το ατόπημα και άρχισε να διακοπάρει ξέφρενα! Ξέρετε δα πώς κάνουν οι Άγγλοι όταν έρχονται στα ελληνικά νησιά...
Το 154ο είναι ένα επεισόδιο του The Spectrum Show "απ' τα παλιά". Κι αυτό γιατί βρίθει θεμάτων με ενδιαφέρον, εκ των οποίων φυσικά ξεχωρίζει η παρουσίαση του ESpectrum. Τι, δεν το γνωρίζετε αυτό το μαραφέτι; Ε, λοιπόν, ούτε ο Paul το γνώριζε μέχρι πρόσφατα και σίγουρα ούτε και εγώ. Πρόκειται για ένα λιλιπούτειο board SoC (System-on-a-Chip) που υλοποιεί ιδανικά έναν ZX Spectrum. Και, βασικά, όχι μόνο έναν, αλλά όλα τα μοντέλα και ακόμα και τον πρόγονο αυτού, τον ZX81. Και όλα αυτά με κόστος 15-20£ - δεν το λες και ακριβό, έτσι; Τώρα, αν αναρωτιέστε πού θα το βρείτε αυτό το μαραφέτι, σας προτείνω να μεταφράσετε το επίσημο website του μπας και βρείτε άκρη. Γιατί να φτιάξουμε ολόκληρο γαμάτο project, να στήσουμε ένα πλήρες και αναλυτικό και επεξηγηματικό website, αλλά να μην κάνουμε τον κόπο να το βάλουμε και στα αγγλικά να το καταλαβαίνει ο κόσμος, τι, δεν ξέρουν άπαντες Ισπανικά;
Anyway, για τον ESpectrum, για τις ζωγραφιές του Paul στο κινητό του που ανέλαβε η τεχνητή νοημοσύνη να μετατρέψει σε ολοκληρωμένα έργα, και για αρκετά ακόμα μπορείτε να δείτε το 154ο επεισόδιο του The Spectrum Show στο βίντεο που ακολουθεί. Ιδανικός τρόπος για να αποχαιρετήσει κανείς τον Αύγουστο και το καλοκαίρι που τελειώνει (το καλοκαίρι, όχι η ζέστη, στην Ελλάδα είμαστε) αν ρωτάτε εμένα. Καλημέρα σε όλους!
To B-Squared είναι η δεύτερη πιο πρόσφατη δημιουργία του Paul Jenkinson, καθώς κυκλοφόρησε το 2ο εξάμηνο του 2017. Είναι φτιαγμένο με το Arcade Games Designer - όπως και όλα σχεδόν τα παιχνίδια του Paul - και, αν και πρόκειται για ένα απλό platform game, δείχνει (και ακούγεται) εξαιρετικά φρέσκο.
Ο παίκτης έχει τον έλεγχο ενός συμπαθούς… κύβου (!) ο οποίος, σε κάθε πίστα, πρέπει απλά να πάει στην έξοδο, αποφεύγοντας τους κάθε λογής εχθρούς που θα συναντήσει. Με το που ολοκληρώνετε την πίστα, προχωράτε στην επόμενη. Το B-Squared δεν μετράει σκορ και δεν θα είχε και κάποιο νόημα κάτι τέτοιο, καθώς πρέπει απλά κινούμενοι αριστερά και δεξιά και πηδώντας, ανοιγοκλείνοντας διακόπτες ή πέφτοντας, να οδηγήσετε τον κύβο στην έξοδο. Μπορεί να ακούγεται απλό αλλά δεν είναι - ειδικά όσο προχωράνε οι πίστες. Σε κάθε επίπεδο πρέπει να καταστρώσετε την στρατηγική σας ανάλογα με τους τρόπους που θα βρείτε για να αποφύγετε τους διάφορους εχθρούς. Φυσικά, δεν φτάνει αυτό, αλλά απαιτούνται και γρήγοροι χειρισμοί - ενώ σύντομα θα πιάσετε τον εαυτό σας να χάνει ζωές από… βιασύνη (!), ειδικά σε πίστες που τις έχετε παίξει πολλές φορές και ξέρετε πώς να τις "βγάζετε". Βασικό πλεονέκτημα στο παίξιμο του B-Squared είναι η υπομονή: δεν υπάρχει χρόνος στον οποίο πρέπει να ολοκληρωθεί το κάθε επίπεδο και καλό θα είναι να το εκμεταλλεύεστε αυτό προς όφελός σας, μελετώντας προσεκτικά τις κινήσεις των αντιπάλων σας. Αν και γραφικά (φυσικά) δεν το θυμίζει, το παιχνίδι παίζεται με τον τρόπο και την λογική του θρυλικού Manic Miner - πράγμα που σίγουρα δεν το λες κακό, ακόμα κι αν έχουμε φτάσει στο 2018.
Στον τομέα των γραφικών το B-Squared είναι ακριβώς αυτό που θα έπρεπε: τα πάντα είναι χαριτωμένα, καλοσχεδιασμένα, καθαρά και λεπτομερή, ενώ γίνεται και πολύ σωστή εκμετάλλευση των 2 επιπέδων φωτεινότητας των χρωμάτων του Spectrum ώστε να δοθεί η εντύπωση της σκιάς και του βάθους. Επίσης θα πρέπει να σημειωθεί ότι γίνεται και πολύ έξυπνη χρήση των μητρών 8x8 pixels της οθόνης, με αποτέλεσμα να ελαχιστοποιείται το φαινόμενο του color clashing. Γενικώς τα γραφικά είναι ένα από τα δυνατά στοιχεία του παιχνιδιού, όπως άλλωστε είναι και ο ήχος του: το B-Squared διαθέτει ένα υπέροχο, κεφάτο tune που παίζει καθόλη τη διάρκεια των περιπετειών του κύβου σας, ενώ δεν λείπουν και κάποια απλά ηχητικά εφέ. Δυστυχώς, οι κάτοχοι ZX Spectrum με λιγότερα από 128ΚΒ μνήμης δεν θα μπορέσουν να χαρούν την ωραία μουσική και θα πρέπει να αρκεστούν στα λιγοστά αυτά εφέ…
Το σημαντικότερο στοιχείο του B-Squared πάντως δεν είναι τα γραφικά, η μουσική ή ο απλός (πιο απλός και γίνεσαι… Pong) και ακριβής χειρισμός του. Είναι το gameplay του. Το παιχνίδι είναι απλό αλλά εθιστικό και κάθε φορά θέλεις να παίξεις λίγο ακόμα ώστε να μπορέσεις να περάσεις το επίπεδο στο οποίο κόλλησες. Ίσως να ήταν θετικό να υπήρχε η δυνατότητα για "continue" ή για επιλογή πίστας εκκίνησης, αλλά έτσι μάλλον θα ολοκληρώνονταν όλα τα levels πολύ γρήγορα.
Συνολικά πρόκειται για ένα πολύ καλό παιχνίδι και προσεγμένο από κάθε άποψη, που δείχνει ότι αφενός ο Paul Jenkinson παίζει το Arcade Games Designer στα… δάχτυλα, και αφετέρου ότι δεν στερεύει από ιδέες, εικαστικές προσεγγίσεις και, φυσικά, δημιουργικότητα. Το B-Squared διατίθεται δωρεάν αλλά, αν είστε μερακλής, μπορείτε με 5 λίρες να το αποκτήσετε σε κασέτα, και αυτό από το site της Cronosoft.
Βαθμολογία: 8,0/10
Το παραπάνω review δημοσιεύθηκε στο 19ο τεύχος του περιοδικού Retro Planet, που κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2018.