Σε κάποιες εποχές, όπως για παράδειγμα στα χρόνια που μεσουρανούσε η Amiga, υπήρχε ένα μηχάνημα το οποίο ενδόμυχα όλοι ήθελαν να έχουν. Προφανώς, στα τέλη της δεκαετίας του '80, το μηχάνημα αυτό δεν ήταν άλλο από την Μεγάλη Κυρία της Commodore: μην ακούτε (εμάς) τους Atarάδες που λέμε για τον υπολογιστή που ήταν καλύτερος και φθηνότερος από τον Macintosh (που ήταν) και που είχε κατσικωθεί μέσα σε κάθε ηχητικό στούντιο (που το είχε κάνει). Ούτε να πιστεύετε ότι όσοι διάβαζαν το Pixel είχαν ονειρώξεις με τον Αρχιμήδη αλλά απλά δεν είχαν τα χρήματα να τον αγοράσουν. Και, φυσικά, αντιμετωπίστε με συμπάθεια, κατανόηση και ενσυναίσθηση τους κατόχους PC, που ξόδευαν καραβιές χρημάτων για να μπορούν να παίζουν... adventure games.
Η (πικρή;) αλήθεια είναι ότι κανείς δεν θα έλεγε όχι στην προοπτική μιας 500άρας. Το γιατί εξηγείται πολύ εύκολα: διαβάστε εδώ ή, απλά σκεφτείτε τα προγράμματα αντιγραφής δισκετών που είχε ο κάθε υπολογιστής. Ναι, δεν διαβάσατε λάθος, το γράφω εντελώς σοβαρά. Βάλτε από τη μία ProCopy και FastCopy (Atari ST), από την άλλη CopyWrite και Copy II PC (PC) και από την άλλη το XCOPY (Amiga): τα πρώτα είχαν τη χάρη της Γεωργίας Βασιλειάδου και το τελευταίο αυτήν της Κατερίνας Στικούδη! Και το τρομερό ήταν φυσικά ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν καν απαραίτητο: απλά, έτσι ήταν. Εκεί που θα μπορούσε και η Amiga να περιοριστεί σε μία λειτουργικότατη text απεικόνιση, έπεσαν χρώμα, γραφικά - έστω και μονάχα για το logo - και ήχος. Ποιος μπορεί να ξεχάσει το περίφημο "μποοονγκ" που σηματοδοτούσε την ολοκλήρωση της αντιγραφής; Όχι, τίποτα από αυτά δεν ήταν απαραίτητο, αλλά αυτή ήταν η Amiga!
ProCopy (Atari ST) |
CopyWrite (PC) |
X-COPY (Amiga) |
Πηγαίνοντας όμως λίγο πίσω στον χρόνο - όχι πολύ, μια πενταετία μόλις - θα διαπιστώσουμε ότι την θέση που κατείχε η Amiga στις καρδιές των χρηστών ως ο πλέον ποθητός υπολογιστής την κληρονόμησε από ένα άλλο μηχάνημα, όλως τυχαίως και αυτό από την ίδια εταιρία. Φυσικά αναφέρομαι στον big daddy, τον πλέον επιτυχημένο εμπορικά home computer όλων των εποχών, τον ένα και μοναδικό Commodore 64.
Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '80 η αγορά κατακλυζόταν από διαφορετικά μοντέλα home computers, από μικρές ή μεγαλύτερες εταιρίες, που όλα διεκδικούσαν ένα κομμάτι από την ολόφρεσκια πίτα που επέφερε το computer boom των τελών της δεκαετίας του '70. Και, αν και στην Αμερική πολλοί αξιόλογοι παίκτες κονταροχτυπιούνταν αλύπητα (Atari 400/800, Commodore VIC-20, TRS-80 CoCo, Texas Instruments TI-99/4A), στην δική μας (;) πλευρά του Ατλαντικού τα μηχανήματα της Sinclair Research (ZX81, ZX Spectrum) είχαν, λόγω τιμής κυρίως, ξεκάθαρο προβάδισμα απέναντι στον ανταγωνισμό. Λογικό και αναμενόμενο, καθώς, ειδικά ο ZX Spectrum ήταν η απόλυτη χρυσή τομή, κάνοντας τα πάντα, χωρίς (φυσικά) να κυριαρχεί σε κανέναν τομέα.
Το αντίπαλο δέος, ο Commodore 64 που σας έγραψα και παραπάνω, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά (1982) με τον Spectrum αρκετές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και με σαφώς πιο τσουχτερή τιμή, είχε ελάχιστες ομοιότητες με τον μικρό και συμπαθέστατο "γομολάστιχα", καθώς, σε κάποιους τομείς ήταν τραγικός (tape loading, disk loading, BASIC, user friendliness), σε κάποιους άλλους πραγματικά αξιόλογος (high resolution graphics, hardware sprites, πληκτρολόγιο, επεκτασιμότητα, hardware sprites) και σε έναν άλλο (ήχος) απλά μοναδικός και αξεπέραστος! Είναι εντυπωσιακές οι ομοιότητες με την Amiga αν κάτσει και το σκεφτεί κανείς, παρόλο που μιλάμε για δύο υπολογιστές που, στις ομάδες που τους δημιούργησαν δεν υπήρχε ούτε ένα κοινό πρόσωπο! Απλά έτυχε - διότι περί τύχης πρόκειται, ειδικά στην περίπτωση της Amiga - να τους κυκλοφορήσει αμφότερους η Commodore...
Πίσω όμως στα 8μπιτα και στην πρώτη 5ετία των 80s. Εκεί όπου οι χρήστες του Spectrum χαίρονταν έναν φτηνό υπολογιστή που και εύκολος στον προγραμματισμό ήταν με την ιδιαίτερη αλλά αξιοπρεπή σε δυνατότητες διάλεκτο BASIC που διέθετε, και τα (ουκ ολίγα) παιχνίδια του τα είχε, και δεν τον είχαν πληρώσει και μία περιουσία. Τον μεγάλο εγχώριο αντίπαλο (Acorn BBC micro) δεν τον πολυζήλευαν, καθώς κάποια αναμφισβήτητα κορυφαία χαρακτηριστικά αυτού (επεκτασιμότητα, επαρκώς ανοικτή αρχιτεκτονική, διάλεκτος BASIC) δεν μπορούσαν να κεντρίσουν τόσο τις αισθήσεις όσο τα γραφικά και ο ήχος. Έτσι, αρχικά, δεν ζήλευαν ούτε και τον Commodore 64: μέχρι οι προγραμματιστές να καταλάβουν τι hardware είχαν στα χέρια τους και τι μπορούσε αυτό να δώσει, πέρασε κάποιος καιρός. Χρειάστηκε να φτάσουμε κάπου σχεδόν στα μέσα της δεκαετίας για να βρεθούμε αντιμέτωποι με τις tape loading ρουτίνες της US Gold και της Ocean που έντυναν την αναμονή τους φορτώματος με ανεπανάληπτες μουσικές πανδαισίες. Χρειάστηκε να κυκλοφορήσουν τίτλοι σαν το Monty on the Run, σαν το Raid over Moscow, σαν το Impossible Mission, σαν το Sanxion, σαν το Karateka, σαν το Beach Head II, σαν το Commando και σαν το Uridium για να γίνει κατανοητό ότι η hardware υπεροχή του Commodore 64 σε animation και μουσική δεν ήταν κάτι που μπορούσε να μετρηθεί με νούμερα ή να απαριθμηθεί σε πίνακες με τεχνικά χαρακτηριστικά: ήταν κάτι που αν το έβλεπες και το άκουγες, απλά το καταλάβαινες. Και κάπου εκεί εμφανίστηκαν και τα πρώτα intros/cracktros κι έδεσε το γλυκό: όσο η προγραμματιστική αρτιότητα των κορυφαίων τίτλων των ανταγωνιστών ήταν εμφανής σε παιχνίδια όπως τα Elite (BBC) και Knight Lore (Spectrum) άλλο τόσο ήταν εμφανές ότι οι πολύπλοκες μελωδίες, οι raster bars και το smooth as silk hardware scrolling ήταν ο κανόνας στον 64άρη, και όχι η εξαίρεση.
Κάπου εκεί ήταν και ο καιρός που εμφανίστηκαν στην αγορά και οι υπολογιστές της Amstrad. Σε όποιο στρατόπεδο και αν ανήκει κανείς, αν διαθέτει έστω και ψήγματα αντικειμενικότητας οφείλει να παραδεχτεί ότι πρόκειται για τα πλέον "τίμια" μηχανήματα της ιστορίας. Έκαναν τα πάντα, τα έκαναν καλά, έρχονταν πακέτο με την δική τους οθόνη και το δικό τους μέσω αποθήκευσης και καταλάμβαναν μονάχα μία πρίζα! Αν τον χομπίστα/επίδοξο προγραμματιστή ξένιζε το μέγεθος και το πληκτρολόγιο του Spectrum και η "σπαρτιάτικη" διάλεκτος BASIC του Commodore 64, ο Amstrad CPC 464 κατέφθασε φουριόζος σαν ταύρος σε υαλοπωλείο με 80στηλη απεικόνιση, με πλήρες ποιοτικό πληκτρολόγιο, με την εξαιρετική Locomotive BASIC και, αν κάποιος ψηνόταν για gaming διέθετε 27 χρώματα, 3 διαφορετικές αναλύσεις γραφικών, joystick port και soundchip. "Τα έχει όλα και συμφέρει" που έλεγε και η διαφήμιση, κάποτε.
Και όμως, ακόμα και αυτός ο υπολογιστής που έδειχνε ότι δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από τον Commodore 64, όταν έφτανε η ώρα του gaming έχανε από τον βοριοαμερικάνο αντίπαλό του. Είτε στις λεπτομέρειες και στα σημεία, είτε ξεκάθαρα, τελικά έχανε, Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη γι' αυτό από το να εξετάσει κανείς τίτλους που με την πρώτη ματιά έδειχναν ίδιοι και απαράλλαχτοι στις 2 πλατφόρμες. Τίτλους όπως τα The Way of the Exploding Fist, Beach Head II, Raid Over Moscow, Monty on the Run κ.ά.
Φυσικά, υπήρχαν και παιχνίδια που ήταν καλύτερα στον Amstrad ή και στον Spectrum ακόμα. Ειδικά αν βάλουμε κάτω όλα τα coin op conversions θα διαπιστώσουμε ότι θα βρούμε πολύ περισσότερους από έναν και δύο τίτλους των οποίων οι εκδόσεις στον 64άρη ήταν κάτω του μετρίου ή και τραγικές και σε κάθε περίπτωση χειρότερες από αυτές των Εγγλέζων αντιπάλων του. Αλλά εκεί νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε περισσότερο με software κακοτεχνίες και αρπαχτές, παρά με παραγωγές ενδεικτικές του hardware. Εκτός αν κάποιος θεωρεί ότι προγραμματιστικά ανοσιουργήματα όπως τα Ikari Warriors, Bubble Bobble, Out Run κ.ά. ήταν τα καλύτερα που μπορούσαν να φτιαχτούν στον 64άρη...
Αφήνοντας λοιπόν στην άκρη τις εξαιρέσεις της προηγούμενης παραγράφου, καταλαβαίνει κανείς εύκολα γιατί ο Commodore 64 ήταν ο απόλυτος υπολογιστικός πόθος στην αγορά των home computers μέχρι να τον διαδεχτεί στη θέση αυτή η Amiga. Γιατί κάθε φορά που ένας Spectrumάς απολάμβανε το conversion του Enduro Racer στον μηχάνημά του και κάθε φορά που κάποιος κάτοχος Amstrad CPC δούλευε επεξεργασία κειμένου σαν να έχει κοτζάμ PC με την 80στηλη οθόνη του, έφτανε να σιγοσφυρίξει αδιάφορα το SID τις πρώτες νότες από το One Man and his Droid για να τους δημιουργήσει μύχιες σκέψεις, για να τους κολάσει. Γιατί ο 64άρης έδειχνε σαν να ήταν φτιαγμένος από άλλα υλικά, σαν να μην τον χωρούσε ο κόσμος του home computing, σαν να μην μπορούσε να αποτυπωθεί η γοητεία του με λέξεις, σαν να μην μπορούσε να στοιχειοθετηθεί η ανωτερώτητά του με απλά και κατανοητά επιχειρήματα. Έδειχνε όπως η Amiga μερικά χρόνια αργότερα, με λίγα λόγια. Γιατί, ουσιαστικά, ήταν μία Amiga πριν την Amiga.
Εγω το c64 (c64c στην περιπτωση μου) τον απέκτησα πριν μια δεκαετία σχεδόν και τον γνωριζα κυρίως από στατικες εικόνες περιοδικών και μπορώ να πω ότι το σνόμπαρα ενίοτε λόγω της ξεβαμμένης παλέτας του!!! Όταν πήρα σπέκτρουμ το 1984 ήταν απλησίαστος και όταν πήρα cpc το 1987 απλά μου φαινόταν χειρότερο πακέτο! Έτσι μαζί του ασχολήθηκα πριν 10 σχεδόν χρόνια! Αυτό που έχω να πω είναι ότι συμφωνώ μαζί σου! Είδα άλλα πράγματα σε σχέση με τον 8μπιτ ανταγωνισμό! Να πω τα στραβά πρώτα: κακή basic συγκριτικά, αργα φορτώματα και περίεργο layout πληκτρολογίου! Πέραν αυτών όμως το χάος: Άλλο επίπεδο ηχητικά σαν μικρή αμίγκα, καλύτερα συνήθως παιχνίδια που δεν ήταν ποτέ πορτς μα κυρίως, τρομερή κίνηση (scrolling στα ελληνικά) που εμείς οι σπεκτρουμοαμστραντάδες δεν είχαμε ξαναδεί. Δικαίως λοιπόν ο τίτλος του βασιλιά των 8 μπιτ. Φαντάσου ότι με δαύτο -αν κάποιος το αγόραζε το 1982, θα μπορούσε να έχει υποστήριξη και εκδόσεις παιχνιδιών για δέκα χρόνια! Στο δώριζαν πρωτη δημοτικού και έπαιρνες αμιγκα στο λύκειο....
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, όπως τα γράφεις είναι τα πράγματα. Παρά την - εξίσου μεγάλη - συμπάθειά μου σε Spectrum (κυρίως) και Amstrad, ο 64άρης είχε αυτό το "κάτι" σαν να ήταν πασπαλισμένος με αστερόσκονη! Όταν πούλησα τον Spectrum μου για να αγοράσω τον 64άρη - το 1984 πρέπει να ήταν - με το που τον συνέδεσα και ξεκίνησα να φορτώνω παιχνίδια από την κασέτα έμεινα παγωτό με τα υπέροχα tunes των tape loaders. Και αυτό γιατί δεν είχα δει μέχρι τότε το φόρτωμα του C64 από κασέτα, ούτε είχα διαβάσει πουθενά γι' αυτό. Και μετά έπεσα πάνω στους turbo tape loaders των US Gold και Ocean (αλλά και πολλών άλλων) και έμεινα να σπάω το κεφάλι μου πώς σκατά μπορεί να το κάνει αυτό ενώ ταυτόχρονα φορτώνει. Και φυσικά αυτή ήταν μονάχα η αρχή...
ΔιαγραφήΠάντως, όπως και στην περίπτωση της Amiga, θεωρώ ότι ο ήχος και η ομαλότητα του animation ήταν που έκαναν τα μηχανήματα αυτά να ξεχωρίζουν από όλα τα υπόλοιπα. Συν του ότι επειδή είχαν dedicated chips σχεδόν για το οτιδήποτε μπορούσαν να παίζουν μουσική ενώ φόρτωναν, να δουλεύουν 2 disk drives ταυτόχρονα και πολλά άλλα τέτοια ωραία...
Ετσι ειναι, πολλες φορες τα παιχνιδια σε C64 ειναι πιο διασκεδαστικα απο ST και φυσικα Spectrum-Amstrad γιατι εχεις ομαλοτατη κινηση ενω στους αλλους εχουμε το γνωστο σπαστο scrolling. Βεβαια ο ST λογω 16μπιτου πακετου τελικα κερδιζει, με μεγαλυτερη αναλυση-παλεττα, ταχυτητα cpu, πολυ καλυτερο πληκτρολογιο, πιο σοφιστικε προγραμματα και δισκετες για αποθηκευση.
ΔιαγραφήΑπλά, σε όλα αυτά πρέπει κανείς να κρατάει μικρό καλάθι, γιατί τεράστιο ρόλο παίζουν οι δυνατότητες και ο διαθέσιμος χρόνος του προγραμματιστή ή των προγραμματιστών. Όποιος θυμάται τα Ikari Warriors, Outrun, Bubble Bobble κ.ά. γνωρίζει ότι σε όλα αυτά τα παιχνίδια οι εκδόσεις του Commodore 64 ήταν σαφώς χειρότερες αυτών των ανταγωνιστών του. Επίσης, όταν μιλάμε για "σπαστό scrolling" δεν είναι απολύτως σωστό: οι Amstrad CPC, ZX Spectrum και Atari ST έχουν αρκετά παιχνίδια ο καθένας με scrolling κάθε άλλο παρά σπαστό. Η αλήθεια λοιπόν είναι ότι η επίτευξη ομαλού scrolling σε αυτές τις 3 πλατφόρμες ήταν δυσκολότερη από ότι ήταν στον Commodore 64 (και στην Amiga). Δυσκολότερη, το τονίζω, όχι αδύνατη!
ΔιαγραφήΤέλος για το πληκτρολόγιο και τις δισκέτες που αναφέρεις, οι CPC 664/6128 και ο Commodore 64 είχαν και αυτοί disk drives, να μην το ξεχνάμε. Στο θέμα του πληκτρολογίου θεωρώ ότι αυτό του Commodore 64 ήταν σαφώς ανώτερο από το αντίστοιχο του ST (αλλά και της Amiga) κι ας μην είχε numpad.
Καλα οχι και ανοσιουργημα το Bubble Bobble για C64. Στα αλλα συμφωνω οτι εριχνε σκονη σε Amstrad και Spectrum. Ομως οι εγγλεζοι τα ειχαν μαθει απ εξω κι ανακατωτα και ειδικα στον Spectrum εκαναν πολλες φορες θαυματα, βλεπε Chase HQ και αλλα. Θυμαμαι ακομα οταν ειδα πρωτη φορα C64 στο σπιτι ενος φιλου συμμαθητη, τον ειχαν σε μια μεγαλη οθονη 26-28 ιντσες πανω απο το γραφειο που ηταν στημενη σε ενα βραχιονα δηλαδη η οθονη ηταν στον αερα δεν ακουμπουσε στο επιπλο. Εβαλε να φορτωσει και εκανε κανενα 10λεπτο οταν ομως φορτωσε συνετριβε τον δικο μου Amstrad με τα χερια δεμενα οπως θα λεγαμε. Θυμαμαι οτι ειχε και καποιο cartridge επανω του για πιο γρηγορο φορτωμα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσο και αν επιθυμώ να είμαι συγκαταβατικός στους ανθρώπους που με τιμούν με τα σχόλιά τους στο blog μου, στο θέμα του Bubble Bobble του Commodore 64 οφείλω να διαφωνήσω μαζί στο έπακρο. Βλέπεις, έχοντας μια προϊστορία με το συγκεκριμένο παιχνίδι στα arcades, δεν σου κρύβω ότι η ανακοίνωση της κυκλοφορίας του για τα home computers με χαροποίησε όσο δεν πήγαινε. Όταν έφτασε το παιχνίδι στα χέρια μου (τότε είχα Atari ST) δεν μπορούσα πραγματικά να πιστέψω πώς ένα παιχνίδι μου φαινόταν και ακουγόταν σαν το παιχνίδι των ηλεκτρονικών ήταν τελικά τόσο διαφορετικό - προς το χειρότερο, φυσικά - στο gameplay. Αλλά, αν με απογοήτευσαν οι εκδόσεις του ST και της Amiga (που ήταν πανομοιότυπες), όταν πλέον μετά από κάποιους μήνες "τράκαρε" σε αυτήν του Commodore 64, δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου: WTF, πόσο δύσκολο ήταν πια να φτιάξουν ένα δεινοσαυράκι έστω που να μοιάζει με αυτό του coin-op; Στο παίξιμο το παιχνίδι ήταν τα ίδια χάλια με τις υπόλοιπες home εκδόσεις (δηλαδή καλό αν ΔΕΝ είχες περάσει ώρες στο ηλεκτρονικό), αλλά αυτά τα γραφικά του ακόμα και σήμερα δεν μπορώ να τα ξεπεράσω. Το παιχνίδι είναι επιεικώς μέτριο στο gameplay, έχει χάσει πολλές δεκάδες λεπτομέρειες στην μεταφορά από τα arcades και αισθητικά είναι απαράδεκτο. Ε, τι άλλο χρειάζεται για να το χαρακτηρίσω ως ανοσιούργημα;
ΔιαγραφήΑν δεν είχε εντρυφήσει κάποιος στο ηλεκτρονικό το καταλαβαίνω το να μην μπορεί να κατανοήσει το κράξιμο σχετικά με τη συνολική μεταφορά. Αλλά τα γραφικά είναι εκεί και φαίνονται και είναι αισχρά! Ο Bub και ο Bob του 64άρη πρέπει να είναι τα πιο κακοσχεδιασμένα δεινοσαυράκια στην ιστορία των... δεινοσαυρακίων! :D