"When Paul Allen and I started Microsoft over
30 years ago, we had big dreams about software. We had dreams about the
impact it could have. We talked about a computer on every desk and in every
home"
|
Bill Gates
|
Βοστόνη, Μασαχουσέτη, Ιανουάριος 1975: ο Paul Allen έτρεξε φουριόζος να βρει τον παιδικό του φίλο
και χομπίστα προγραμματιστή Bill Gates,
κρατώντας τυλιγμένο στο χέρι του το τελευταίο τεύχος του περιοδικού Popular Electronics που, εκείνη την εποχή, στις καρδιές των computer geeks και των ερασιτεχνών
ηλεκτρονικών, κατείχε μια θέση κάπου ανάμεσα στο Ευαγγέλιο και στο... "Mein Kampf"! Οι χιλιάδες λάτρεις της νέας (για την εποχή)
τεχνολογίας περίμεναν με κομμένη την ανάσα κάθε μήνα την κυκλοφορία του
δημοφιλούς περιοδικού, προκειμένου να ενημερωθούν για τις εξελίξεις και τα νέα
προϊόντα. Και, πράγματι, το τεύχος του Ιανουαρίου του 1975, τους επεφύλασσε μια
ευχάριστη έκπληξη: είχε ως κεντρικό θέμα και θέμα εξωφύλλου την παρουσίαση του
πρώτου προσωπικού υπολογιστή, του Altair 8800 της εταιρίας MITS.
Ο Altair 8800 ήταν ο πρώτος προσωπικός υπολογιστής που κυκλοφόρησε
σε τιμή που ήταν προσιτή (σχεδόν) στον οποιονδήποτε, καθώς, σε μορφή kit,
κόστιζε μόλις 439 δολάρια! Ποια όμως ήταν η MITS και ποιοι βρίσκονταν
πίσω απ' αυτό το επαναστατικό προϊόν;
Το περίφημο τεύχος του Ιανουαρίου του 1975 του Popular Electronics, με την παρουσίαση του Altair 8800 |
Micro
Instrumentation and Telemetry Systems
H MITS
ήταν μια
εταιρία ηλεκτρονικών kit και κατασκευών που
δημιουργήθηκε το 1969 από τους Ed Roberts,
Forrest Mims, Stan Cagle και Bob Zaller με κύριο σκοπό την παραγωγή kit
μοντέλων
πυραύλων, τα οποία ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία
του 1960, λόγω του διαστημικού προγράμματος των Η.Π.Α. που κατέληξε στην πρώτη προσσελήνωση, το 1969. Τα πράγματα όμως δεν πήγαν όπως ανέμεναν οι τέσσερις ιδρυτές της
εταιρίας και τα πρώτα προϊόντα αυτής, ένα kit τηλεμετρίας και μία
συσκευή που μετέφερε ήχους μέσω μιας ακτίνας φωτός δεν πούλησαν τα προσδοκώμενα
τεμάχια. Ως αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού, και σε συνδυασμό με το ότι είχαν
άλλες πιο ενδιαφέρουσες και προσοδοφόρες ασχολίες, οι Mims, Cagle
και Zaller
αποφάσισαν
να φύγουν από την εταιρία. Ο Ed Roberts
αγόρασε
τα μερίδια και των τριών με 600 δολάρια (!) και, έχοντας πλέον τον
ολοκληρωτικό έλεγχο της MITS, στράφηκε στην
κατασκευή ηλεκτρονικών αριθμομηχανών (calculators). Η πρώτη
αριθμομηχανή της εταιρίας, η MITS 816 κυκλοφόρησε το
1971. Μετά από την παρουσίαση της τελευταίας - πού αλλού; - στο Popular
Electronics του Νοεμβρίου του 1971 οι παραγγελίες άρχισαν
να καταφθάνουν κατά χιλιάδες και η MITS 816 έγινε μία άμεση
εμπορική επιτυχία.
Τα μοντέλα της MITS που διαδέχθηκαν την MITS
816 ήταν
πιο εξελιγμένα και με περισσότερες δυνατότητες και, χάρη στις δεκάδες
διαφημιστικές καταχωρήσεις που έβαζε ο Ed Roberts
στα
τεχνικά έντυπα, είχαν ακόμα μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία από το πρώτο μοντέλο.
Ήδη, το 1973, η MITS διέθετε ένα εργοστάσιο
κατασκευής αριθμομηχανών στο Albuquerque του New Mexico,
με εμβαδό 10.000 τετραγωνικών ποδιών και απασχολούσε 110 υπαλλήλους. Ο Ed
Roberts αποφάσισε να εντάξει την εταιρία στο
χρηματιστήριο αλλά, για κακή του τύχη, η πετρελαϊκή κρίση του 1973 δημιούργησε
ένα γενικότερο αρνητικό κλίμα, με αποτέλεσμα να μη μπορέσουν να βρουν αγοραστές
οι μισές από τις μετοχές που διατέθηκαν. Έτσι η MITS άρχισε να αποκτά
προβλήματα ρευστότητας και, φθάνοντας στον Ιούλιο του 1974, είχε δημιουργήσει
χρέη 300.000 δολαρίων και είχε μειώσει το μέγεθος του εργατικού δυναμικού που
απασχολούσε στα 20 άτομα. Ο Ed Roberts
έπρεπε να
κάνει κάτι για να βγει η εταιρία του από την κρίση, και έπρεπε να το κάνει
άμεσα...
Τον ίδιο καιρό, η Intel κυκλοφόρησε τον πρώτο
της μικροεπεξεργαστή γενικής χρήσης, τον 8080. Ο Ed Roberts
οραματίστηκε
τον επαναστατικό αυτό νέο μικροεπεξεργαστή ως την "καρδιά" ενός
προσιτού, προσωπικού υπολογιστή. Έθεσε ως στόχο τη δημιουργία ενός τέτοιου kit
με τιμή
πώλησης γύρω στα 400 δολάρια, και αποφάσισε να ρισκάρει τα πάντα προκειμένου
να τα καταφέρει: παρήγγειλε 1.000 μικροεπεξεργαστές από την Intel
για να
πετύχει χαμηλή τιμή ανά τεμάχιο και πήρε ένα τραπεζικό δάνειο 60.000 δολαρίων
για να χρηματοδοτήσει το όλο έργο. Έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά μαζί με τον
αρχι-μηχανικό της MITS, τον Bill Yates,
και κατάφεραν να ετοιμάσουν ένα πρωτότυπο τον Οκτώβριο του 1974. Ονόμασαν το
μηχάνημα "Altair 8800". Τώρα, το
μόνο που έμενε, ήταν να εξασφαλίσουν ότι θα προλάβαιναν να γίνει η παρουσίαση
του υπολογιστή στο τεύχος του Ιανουαρίου του 1975 του Popular Electronics…
Η έδρα του Popular Electronics βρισκόταν
στη Νέα Υόρκη, κι έτσι ο Roberts αποφάσισε να στείλει
το μοναδικό πρωτότυπο του Altair 8800 που διέθετε για
την παρουσίαση στα γραφεία του περιοδικού, χρησιμοποιώντας μία εταιρία σιδηροδρομικών
μεταφορών. Όμως και πάλι, η χρονική συγκυρία ήταν ατυχής: ενώ ο υπολογιστής
"ταξίδευε" προς τη Νέα Υόρκη, οι υπάλληλοι της μεταφορικής εταιρίας
ξεκίνησαν απεργία! Όταν έληξε η απεργία, η κούτα με τον πρωτότυπο Altair
8800 είχε εξαφανιστεί! Καθώς, εκτός από τον Ed Roberts,
και οι υπεύθυνοι του Popular Electronics ήθελαν
να παρουσιάσουν τον Altair 8800 στο τεύχος του
Ιανουαρίου, ο συντάκτης του άρθρου άρχισε τη συγγραφή βασιζόμενος σε κάποιες
φωτογραφίες του πρωτότυπου που του είχε στείλει ο Roberts, ενώ ταυτόχρονα ο
τελευταίος μαζί με τον Yates ξεκινούσαν την κατασκευή
ενός δεύτερου πρωτότυπου. Το αποτέλεσμα όλης αυτής της τραγελαφικής κατάστασης
ήταν ότι ο υπολογιστής που τελικά μπήκε σε παραγωγή και κυκλοφόρησε είχε
εντελώς διαφορετική κεντρική πλακέτα απ' αυτήν που παρουσίασε το Popular
Electronics ενώ, συν τοις άλλοις, ο Altair
8800 που κόσμησε τελικά το εξώφυλλο του περιοδικού δεν ήταν παρά ένα άδειο
κουτί!
Και εγένετο BASIC
Πίσω στη Βοστόνη και στην αρχή της ιστορίας
μας, αφού οι Gates και Allen διάβασαν με
ενθουσιασμό το άρθρο για τον Altair 8800, αποφάσισαν ότι
είχε φτάσει η ώρα να βουτήξουν στα βαθειά νερά: ο Altair θα χρειαζόταν μια
γλώσσα προγραμματισμού και ήταν μαθηματικά βέβαιο ότι όποιος την κυκλοφορούσε
πρώτος θα κατακτούσε τη (νεογέννητη) αγορά. Αποφάσισαν λοιπόν να επικοινωνήσουν
με την MITS και μίλησαν με τον ίδιο τον Ed
Roberts. Προκειμένου να του κεντρίσουν το ενδιαφέρον,
του είπαν ότι είχαν ήδη φτιάξει μία έκδοση της BASIC και, αν τους έδινε
κάποιους μήνες χρόνο, θα μπορούσαν να τη μετατρέψουν ώστε να "τρέξει"
στον Altair 8800. Ο Ed Roberts
δέχτηκε,
και κανόνισαν να γίνει η επίδειξη στις αρχές του Μαρτίου. Είχαν στη διάθεσή
τους 8 εβδομάδες αλλά δεν είχαν Altair 8800. Ούτε και BASIC!
Στην πραγματικότητα, το μόνο που είχαν οι Allen
και Gates
ήταν
κάποια προγραμματιστικά εργαλεία που είχαν φτιάξει για το μικροεπεξεργαστή Intel 8008, τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν κάποιες ώρες ημερησίως ένα mainframe DEC PDP-10
στο πανεπιστήμιο του Harvard όπου φοιτούσε ο Gates,
καθώς και ένα πρόγραμμα που έτρεχε στον PDP-10 και εξομοίωνε τον Intel
8008. Και, φυσικά, τη διάθεση και το πάθος να κυνηγήσουν το όνειρο, να είναι
αυτοί που θα φτιάξουν τη διάλεκτο BASIC του Altair
8800! Το πρώτο πράγμα που θα χρειάζονταν ήταν κάθε διαθέσιμο λεπτό του χρόνου
που απέμενε μέχρι τη συνάντηση με τον Ed Roberts
κι έτσι ο
Gates, χωρίς δεύτερες σκέψεις, παράτησε τις σπουδές του στο Harvard
προκειμένου
να αρπάξει την ευκαιρία...
Καθώς ο Paul Allen
ξεκίνησε
να μετατρέπει τον εξομοιωτή του Intel 8008 σε έναν
εξομοιωτή για τον Intel 8080 που
"φορούσε" ο Altair προκειμένου να
μπορέσουν να δοκιμάσουν τη BASIC που θα έφτιαχναν, ο Bill
Gates ξεκίνησε να προγραμματίζει την ίδια τη γλώσσα
σε assembly. Και μια και δεν είχε στη διάθεσή του
υπολογιστή για να χρησιμοποιήσει, έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του κώδικα της γλώσσας
σε χαρτί!
Λίγο πριν το τέλος του Φεβρουαρίου, ο
εξομοιωτής για τον Intel 8080 ήταν έτοιμος, κι
έτσι ο Gates μπόρεσε επιτέλους να δουλέψει το τελευταίο
σκέλος της εργασίας του σε πραγματικό υπολογιστή. Ολοκλήρωσε τη BASIC
στις
αρχές του Μαρτίου στον PDP-10, στον οποίο και
έδειχνε να δουλεύει. Καθώς έφτασε η ώρα για τη συνάντηση με τον Ed
Roberts, οι Gates και Allen
μετέφεραν
τον κώδικα της BASIC σε διάτρητη
χαρτοταινία και αποφάσισαν να πάει ο τελευταίος στο ραντεβού με τον Roberts,
καθώς μπορεί μεν να μην είχε προγραμματίσει ο ίδιος τη γλώσσα, αλλά έδειχνε
αισθητά μεγαλύτερος και πιο "σοβαρός" από τον Gates!
Όταν ξεκίνησε το ραντεβού με τον Ed
Roberts, ο Paul Allen
κυριολεκτικά
έτρεμε από το άγχος του: ο Altair 8800 ήταν ήδη μια
μεγάλη εμπορική επιτυχία και ο Roberts ο κυρίαρχος της αγοράς
και τώρα αυτός, καθόταν απέναντί του, έτοιμος να του κάνει επίδειξη της γλώσσας
προγραμματισμού που είχε φτιάξει ο κολλητός του. Και, μέχρι αυτή τη στιγμή,
κανένας από τους δυο τους, ούτε αυτός, ούτε ο Gates δεν είχε καν
ακουμπήσει έναν Altair 8800 - πόσες άραγε
πιθανότητες υπήρχαν πραγματικά, ρεαλιστικά, να δουλέψει η BASIC;
Προφανώς ελάχιστες…
Ο Allen με τρεμάμενα χέρια
κούνησε τους διακόπτες του Altair και έδωσε εντολή να
φορτώσει το πρόγραμμα. Όταν ολοκληρώθηκε το φόρτωμα, το εκτέλεσε, σταυρώνοντας
τα δάκτυλά του και έκλεισε τα μάτια του. Όταν τα ξανάνοιξε, είδε output
στην
οθόνη. Έδωσε την εντολή "PRINT 2+2". Στην οθόνη
του Altair 8800 εμφανίστηκε ένα "4". Ο Allen
δεν το
πίστευε: δούλευε! Η BASIC που είχε γράψει ο Gates,
κατά το μεγαλύτερο μέρος σε χαρτιά και χωρίς ποτέ του να έχει δει από κοντά τον
υπολογιστή στον οποίο προοριζόταν να τρέξει, δούλευε! Τα είχαν καταφέρει!
MICROcomputer
SOFTware
Οι εξελίξεις από το σημείο αυτό και μετά, ήταν
ραγδαίες: ο Ed Roberts προσέλαβε τους Gates
και Allen
ως
εξωτερικούς συνεργάτες, προκειμένου να συντηρούν και να εξελίσσουν την BASIC,
την οποία και κυκλοφόρησε στην αγορά ως "Altair BASIC".
Οι δύο προγραμματιστές αποφάσισαν να ιδρύσουν μία εταιρία, προκειμένου να
μπορούν να προωθούν το προϊόν τους. Το όνομα αυτής; "Microsoft"
(σύντμηση των λέξεων "MICROcomputer" και "SOFTware").
Η έδρα της; Που αλλού, δίπλα στο εργοστάσιο της MITS, στο Albuquerque του New
Mexico.
Η business card του Bill Gates ως προέδρου της Microsoft το 1975 |
Το "ατίθασο νιάτο" Bill Gates συνελήφθη από την αστυνομία του Albuquerque το 1977 για παράβαση του Κ.Ο.Κ.! |
Τα χρόνια που ακολούθησαν, μέχρι το τέλος της
δεκαετίας του 1970, στις Ηνωμένες Πολιτείες συντελέσθηκε μία τεχνολογική
επανάσταση, με επίκεντρο τους προσωπικούς υπολογιστές: ακολουθώντας την
επιτυχία του Altair, δεκάδες νέες εταιρίες εμφανίστηκαν από το πουθενά,
παρουσιάζοντας τις δικές του προτάσεις για προσωπικούς υπολογιστές. Εκατοντάδες
μοντέλα κυκλοφόρησαν σε αυτό το διάστημα, άλλα αποτυχημένα εμπορικά και άλλα
επιτυχημένα. Οι περισσότερες από τις εταιρίες αυτές παραγωγής υπολογιστών
χρεοκόπησαν και χάθηκαν στη λήθη, αλλά τρεις από αυτές που τα κατάφεραν στην
παρθένα αυτή αγορά γιγαντώθηκαν και μεσουράνησαν για αρκετό καιρό στο χώρο:
ήταν η Commodore Business Machines,
η Tandy Radio Shack
και,
φυσικά, η Apple Computers που κυκλοφόρησαν τους
PET, TRS-80 Model I και Apple ΙΙ, αντίστοιχα. Τα
τρία αυτά μηχανήματα ήταν τα απόλυτα best sellers
στην
Αμερικάνικη (και όχι μόνο) αγορά μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Και τα τρία αυτά μηχανήματα, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, έρχονταν
εφοδιασμένα με εκδόσεις της Microsoft BASIC!
Πράγματι, η Microsoft εκμεταλλεύτηκε στο
έπακρο την ώθηση που της δόθηκε αλλά και την τεχνογνωσία που απέκτησε από τη
συνεργασία της με τη MITS, με αποτέλεσμα να
εδραιωθεί στις συνειδήσεις του κοινού αλλά και των εταιριών του χώρου, ως η
νούμερο ένα εταιρία κατασκευής γλωσσών προγραμματισμού, με κυρίαρχο προϊόν
φυσικά, την BASIC. Χωρίς το παραμικρό ίχνος υπερβολής, οι υπολογιστές που
μπορούσε κανείς να αγοράσει την αυγή της δεκαετίας του 1980 οι οποίοι
"φορούσαν" κάποια έκδοση της Microsoft BASIC
ήταν
περισσότεροι αθροιστικά από όλα τα υπόλοιπα μοντέλα που διέθεταν κάποια άλλη
γλώσσα προγραμματισμού ή άλλη έκδοση της BASIC! Τυπικά παραδείγματα
προσωπικών υπολογιστών της εποχής που ήταν εφοδιασμένα με τη Microsoft BASIC είναι οι Commodore PET, VIC-20
και 64, ο Apple II,
όλη η σειρά των 8μπιτων Atari, οι TRS-80
Model I, II,
III και CoCo, οι αγγλικοί ORIC-1
και Atmos και οι Dragon 32 και 64 και
πολλοί-πολλοί άλλοι... Κι όμως, όσο και αν ακούγεται απίστευτο, την ίδια εποχή
που η Microsoft είχε μερίδιο πάνω από 50% της αγοράς των
γλωσσών προγραμματισμού, μία άλλη εταιρία είχε σχεδόν το 90% στην αγορά των
λειτουργικών συστημάτων! Ας πούμε μερικά λόγια για τον Gary Kildall
και την Intergalactic Digital Research...
CP/M
Ο Gary Kildall,
αφού στα 30 του χρόνια ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στην επιστήμη των
υπολογιστών, δημοσίευσε την εργασία του για την ανάλυση της ροής δεδομένων που
αποτελεί ακόμα και σήμερα ακρογωνιαίο λίθο στη βελτιστοποίηση των compilers γλωσσών
προγραμματισμού. Στη συνέχεια εργάστηκε ως εξωτερικός συνεργάτης και σύμβουλος
στην Intel, η οποία του παρείχε συστήματα με τους νέους της
επεξεργαστές 8008 και 8080. Πάνω στα συστήματα αυτά, ο Kildall δημιούργησε την πρώτη
στον κόσμο γλώσσα προγραμματισμού υψηλού επιπέδου, την PL/M,
το 1973. Το ίδιο έτος, με βάση ένα υπολογιστικό σύστημα με τον Intel
8080 και χρησιμοποιώντας την PL/M,
δημιούργησε το πρώτο λειτουργικό σύστημα που μπορούσε να χρησιμοποιήσει και να
εκμεταλλευτεί το νέο και επαναστατικό μέσο αποθήκευσης δεδομένων, το floppy disk
drive!
Ο Gary Kildall, το 1977 |
Ο Gary Kildall
παρουσίασε
το λειτουργικό του, το CP/M στην Intel,
αλλά οι ιθύνοντες της εταιρίας δεν έδειξαν ενδιαφέρον - αντίθετα, αγόρασαν τα
δικαιώματα για την PL/M. Αν και εκείνη την
εποχή δεν ήταν ακόμα διαδεδομένο, ο Kildall πίστευε ότι το disk
drive ήταν το μέλλον, και αποφάσισε να επενδύσει με
κάθε τρόπο στο λειτουργικό σύστημα που είχε δημιουργήσει. Έτσι λοιπόν, το 1976,
έφτιαξε με τη γυναίκα του Dorothy μία εταιρία με σκοπό
να προωθήσουν το CP/M, και με έδρα το Pacific Grove της California. Και το όνομα αυτής;
"Intergalactic Digital Research"!
Ο πρώτος διαδεδομένος προσωπικός υπολογιστής
στον οποίο η Digital Research έκανε port
και
κυκλοφόρησε το CP/M ήταν ο IMSAI 8080 ο οποίος ήταν κλώνος του Altair 8800 και, φυσικά,
ήταν "χτισμένος" γύρω από τον ίδιο επεξεργαστή, τον Intel
8080. Ακολούθησαν εκδόσεις για αρκετά ακόμα μηχανήματα που είχαν ως βάση τον
8080 αλλά, η σημαντική κίνηση του Kildall και της Digital
Research ήταν η μεταφορά του CP/M
σε
συστήματα που βασίζονταν σε έναν νέο επεξεργαστή, τον Ζ80 της Zilog.
Καθώς η δεκαετία του 1970 έφτανε στο τέλος της, το floppy disk
drive γινόταν περισσότερο προσιτό οικονομικά ενώ,
ταυτόχρονα, οι υπολογιστές με επεξεργαστή τον Ζ80 κατακτούσαν όλο και
μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Η χρήση του CP/M
επέτρεπε
τη μεταφορά εφαρμογών μεταξύ διαφορετικών μηχανημάτων με ελάχιστες ή καθόλου
μετατροπές - δεν είναι τυχαίο λοιπόν που φτάνοντας στο 1980 όλοι σχεδόν οι
προσωπικοί υπολογιστές που ήταν εφοδιασμένοι με disk drive
είχαν ως
λειτουργικό σύστημα το CP/M
και η Digital
Research ήταν ο "μεγάλος παίχτης" στον τομέα
των λειτουργικών, όπως αντίστοιχα ήταν η Microsoft στον τομέα των γλωσσών
προγραμματισμού...
Το γεγονός που προκαλεί εντύπωση είναι ότι μια
αγορά που ουσιαστικά δεν υπήρχε μέχρι και 1975 και η οποία ξεκίνησε από το
εξώφυλλο ενός περιοδικού, έφτασε μέσα σε 5 χρόνια να είναι ένα
"παιχνίδι" δισεκατομμυρίων δολαρίων, με ήρωες computer geeks που έγιναν
εκατομμυριούχοι από τη μια μέρα στην άλλη. Με το ξεκίνημα της νέας δεκαετίας,
στην αγορά των προσωπικών υπολογιστών κυριαρχούσαν δύο εταιρίες παραγωγής software,
η Digital Research και η Microsoft,
και τρεις εταιρίες που κατασκεύαζαν υπολογιστές (Apple, Commodore και
Tandy Radio-Shack).
Το status quo αυτό όμως έμελε να
διαταραχθεί, καθώς δεν είχε μπει ακόμα στο παιχνίδι ο μεγαλύτερος παίχτης, η
εταιρία της οποίας το όνομα ήταν αλληλένδετα συνδεδεμένο με τη λέξη "υπολογιστής"
στα μυαλά όλων: η ΙΒΜ.
The Big Blue
Η International Business Machines, όπως συμβαίνει και
σήμερα, αλλά ακόμα περισσότερο εκείνα τα χρόνια, ήταν μία εταιρία-κολοσσός.
Ήταν η 8η εταιρία στη λίστα του περιοδικού Forbes με τις πλουσιότερες
εταιρίες στον κόσμο και απασχολούσε χιλιάδες υπαλλήλους. Η ΙΒΜ ήταν τόσο
συνυφασμένη με την έννοια του υπολογιστή που, ακόμα και το όνομα του υπολογιστή
HAL 9000 στο "2001: A SpaceOdyssey" των Stanley Kubrick/ArthurClarke είναι παράφραση των αρχικών της ΙΒΜ (τα
προηγούμενα γράμματα στο λατινικό αλφάβητο από αυτά των αρχικών της ΙΒΜ)! Ο
χώρος στον οποίο λειτουργούσε ήταν αυτός των mainframes και των minicomputers
και ποτέ μέχρι το 1980 δεν είχε εμπλακεί στην αγορά των home,
personal και micro- computers,
καθώς, οι ιθύνοντες της εταιρίες θεωρούσαν ότι επρόκειτο για ένα χώρο με μικρό
κύκλο εργασιών, ότι ήταν μια παροδική μόδα και άλλα πολλά (και άστοχα!). Όταν
πλέον διαπίστωσαν ότι οι προσωπικοί υπολογιστές ήταν εκεί για να μείνουν κι ότι
η αγορά είχε γιγαντωθεί, αποφάσισαν ότι ήθελαν και αυτοί ένα κομμάτι της πίτας
- ή, ακόμα καλύτερα, ολόκληρη την πίτα! Υπήρχε όμως ένα μικρό πρόβλημα: η ΙΒΜ,
εκτός του ότι σαν εταιρία ήταν παντελώς άσχετη με τον τομέα των προσωπικών
υπολογιστών, λόγω του μεγέθους της, της δομής της και του πελατειακού της
κύκλου λειτουργούσε με ρυθμούς δημοσίου τομέα - κάθε νέο μοντέλο υπολογιστή της
εταιρίας χρειαζόταν περίπου 4 με 5 χρόνια ανάπτυξης και σχεδιασμού μέχρι να
μπει στο τελικό στάδιο της παραγωγής! Ήταν λοιπόν φανερό, ότι αν η ΙΒΜ ήθελε να
μπει σχετικά σύντομα στην αγορά των μικροϋπολογιστών, θα έπρεπε να
χρησιμοποιηθεί ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης και σχεδιασμού από ότι
συνέβαινε μέχρι τότε. Σε μία σπάνια επίδειξη επιχειρηματικής ευστροφίας και
ταχύτητας στη λήψη αποφάσεων, η διοίκηση της εταιρίας ανέθεσε στον Bill Lowe και 13 ακόμα υφισταμένους του από το τμήμα
έρευνας της ΙΒΜ στη Boca Raton
της Florida,
να σχεδιάσουν έναν προσωπικό υπολογιστή. Αντί γι' αυτό, ο Lowe
παρουσίασε,
τον Αύγουστο του 1980, το πλάνο που θα έπρεπε να ακολουθηθεί
προκειμένου η ΙΒΜ να παρουσιάσει σύντομα έναν ανταγωνιστικό προσωπικό
υπολογιστή. Οι κύριοι άξονες αυτού του πλάνου ήταν οι εξής: το μηχάνημα θα
χρησιμοποιούσε ευρέως διαθέσιμα υλικά και όχι custom chips
και
ειδικά σχεδιασμένα parts. Θα ήταν ανοικτής
αρχιτεκτονικής με πολλές θύρες και δυνατότητες επέκτασης, έτσι ώστε τα όποια
πιθανά σχεδιαστικά ελαττώματα να μπορούσαν να διορθωθούν στο μέλλον με κάρτες
επέκτασης. Και δεν θα πουλιόταν μέσω του δικτύου των dealers της ΙΒΜ, αλλά από
καταστήματα λιανικής πώλησης. Ο Lowe είχε πει,
παρουσιάζοντας το πλάνο του περιληπτικά: "non IBM
technology, non IBM
software, non IBM
sales and non
IBM service"! Σε γενικές
γραμμές, το επιχειρηματικό πλάνο του Bill Lowe
για τον IBM
PC (Personal Computer)
ήταν αντίθετο με οτιδήποτε είχε σχεδιάσει και ακολουθήσει η ΙΒΜ μέχρι τότε. Κι
όμως, το διοικητικό συμβούλιο το δέχτηκε!
Ο Bill Lowe, o "μπαμπάς" του IBM PC |
Μερικούς μήνες αργότερα ο Bill
Lowe πήρε προαγωγή, και τη θέση του υπεύθυνου για
τη δημιουργία του IBM PC
πήρε ο
Don Estridge. Με εντολή της διοίκησης, η ομάδα "μεγάλωσε" από τα 13
στα 150 άτομα. Οι ρυθμοί της εργασίας πλέον στη Boca Raton
ήταν
καταιγιστικοί, σε πλήρη αντιδιαστολή με τη φυσιολογική κατάσταση στην ΙΒΜ,
καθώς ήταν θέμα μηνών πια η παρουσίαση του πρωτοτύπου. Υπήρχε όμως ακόμα
μια μεγάλη εκκρεμότητα: το software. Ο νέος υπολογιστής
θα έπρεπε να διαθέτει λειτουργικό σύστημα και BASIC. Είχε φτάσει πια η
ώρα για τους ανθρώπους της ΙΒΜ να μιλήσουν με τον Gary Kildall
και τον Bill
Gates…
Get busy living, or get busy dying
Οι άνθρωποι της ΙΒΜ γνώριζαν ότι ο Gary
Kildall και η εταιρία του, η Digital Research πουλούσαν
το CP/M, αλλά είχαν
λανθασμένα την εντύπωση ότι το ίδιο δικαίωμα είχε και η Microsoft.
Κάλεσαν λοιπόν στα κεντρικά γραφεία της εταιρίας που εν τω μεταξύ είχε
μετακομίσει από το Albuquerque στο Seattle (μετά από μια μικρή "στάση"
στην Washington) και ζήτησαν να συναντηθούν άμεσα με τους
υπεύθυνους της εταιρίας. Ο Bill Gates
δεν υπήρχε περίπτωση
να χάσει την ευκαιρία: κυκλοφορούσε ήδη κάποιους μήνες στην "πιάτσα"
των προσωπικών υπολογιστών η φήμη ότι η ΙΒΜ επρόκειτο να μπει στο παιχνίδι και
όλοι γνώριζαν ότι όποια εταιρία κατάφερνε να επισυνάψει συνεργασία με τον
τεχνολογικό αυτό γίγαντα, θα πέρναγε κατευθείαν σε άλλο επίπεδο. Έτσι λοιπόν,
έκλεισε ραντεβού προκειμένου να συναντηθεί άμεσα με τους ανθρώπους της ΙΒΜ.
Όπως και έγινε, την επόμενη μέρα, και αφού υπογράφηκαν τα έντυπα
εμπιστευτικότητας, έλαβε χώρα η συνάντηση στο Seattle, όπου και οι άνθρωποι
της ΙΒΜ, καθόλου ενθουσιασμένοι από το σχολιαρόπαιδο που βρισκόταν απέναντί
τους (ο Gates ήταν τότε 24 ετών αλλά έδειχνε μετά βίας 17),
ζήτησαν "πακέτο" τη Microsoft BASIC
και το CP/M.
Ο Gates δέχτηκε άμεσα για τη BASIC, αλλά εξήγησε στους
ανθρώπους της "Μεγάλης Κυρίας" ότι τα δικαιώματα για το CP/M
ανήκαν
στον Gary Kildall και τη Digital
Research. Μη μπορώντας λοιπόν να κάνουν αλλιώς, οι
τελευταίοι ξεκίνησαν για το Pacific Grove
της
ηλιόλουστης California…
Στο Βικτωριανό του σπίτι στο Pacific
Grove, ο Gary Kildall
και η
σύζυγος και συνεταίρος του Dorothy, επρόκειτο να δεχτούν
μία επίσκεψη από μία τριμελή ομάδα ανθρώπων της ΙΒΜ που θα τους πρότειναν να
αγοράσουν τα δικαιώματα για το CP/M
για τον
προσωπικό υπολογιστή που θα κυκλοφορούσε η τελευταία στο άμεσο μέλλον. Στον
κόσμο των υπολογιστών αυτό ήταν κάτι αντίστοιχο με το να δέχεσαι επίσκεψη από
τον Michael Jordan, τη Monica Bellucci, τον Einstein και το Θεό, και
μάλιστα ταυτόχρονα! Δυστυχώς όμως για τους ίδιους, ο Gary και η Dorothy
Kildall δεν το αντιμετώπισαν έτσι: ο Gary
Kildall δε δέχτηκε καν να παρευρεθεί στη συνάντηση,
αφού είχε ήδη κανονίσει κάτι άλλο (!) κι έτσι οι άνθρωποι της ΙΒΜ συναντήθηκαν
με τη Dorothy Kildall. Η συνάντηση δεν
κράτησε πολύ: με το που παρουσίασαν οι εκπρόσωποι της ΙΒΜ το συμβόλαιο
εμπιστευτικότητας - κάτι ιδιαίτερα σύνηθες σε περιπτώσεις που μια μεγάλη
εταιρία πρόκειται να αποκαλύψει σε κάποιον τρίτο τα σχέδιά της - η Dorothy
Kildall απλά αρνήθηκε να το υπογράψει! Μετά από τις
πιέσεις από την πλευρά της ΙΒΜ η Dorothy κάλεσε τον δικηγόρο της
και, αφού ο τελευταίος εξέτασε προσεκτικά τα έγγραφα και της εξήγησε το
περιεχόμενό τους, η Dorothy αρνήθηκε εκ νέου! Μετά
από μία ολόκληρη μέρα που πέρασαν στην οικία των Kildalls οι απεσταλμένοι της
ΙΒΜ έφυγαν απογοητευμένοι, αφού δεν κατάφεραν καν να συζητήσουν για την
προοπτική της αγοράς των δικαιωμάτων του CP/M
με τον Gary
ή τη Dorothy
- θα επέστρεφαν αναγκαστικά στον μόνο που γνώριζαν προκειμένου να συζητήσουν
τις προοπτικές τους, και αυτός ήταν ο Bill Gates
που θα
τους περίμενε με ανοικτές αγκάλες!
Οι Bill Gates (αριστερά) και Paul Allen το 1981 |
Ο Bill Gates
δεν είναι
ο άνθρωπος που θα προσπαθήσει να αποφύγει μια διαμάχη. Ο Bill
Gates δεν είναι ο άνθρωπος που θα προσπαθήσει να
αποφύγει μια αντιπαράθεση. Και, πάνω απ' όλα, ο Bill Gates
δεν είναι
ο άνθρωπος που θα προσπαθήσει να αποφύγει μία πρόκληση. Δεν είναι τώρα και,
ακόμα περισσότερο δεν ήταν τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν οι
απεσταλμένοι της ΙΒΜ επισκέφθηκαν για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες μέρες τα
γραφεία της Microsoft στο Seattle, ψάχνοντας για το
λειτουργικό σύστημα που θα "φορούσε" το IBM PC…
Δεν ήταν θέμα απληστίας για τον Gates
και τη Microsoft,
αλλά ήταν η ευκαιρία μιας ζωής, η οποία ευκαιρία, όπως έδειχναν τα πράγματα,
μπορεί και να χανόταν εξ' αιτίας του Gary Kildall!
Ο Kildall δεν ήταν ηλίθιος: είχε σταθμίσει την κατάσταση
και υπολόγιζε στο ότι η ΙΒΜ απλά θα έπρεπε να αγοράσει το λειτουργικό του γιατί
δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς! Δεν υπήρχε κάποιος υπολογίσιμος αντίπαλος στην
αγορά των λειτουργικών συστημάτων: αν η ΙΒΜ ήθελε να κυκλοφορήσει τον προσωπικό
της υπολογιστή μέσα στο 1981, τότε ήταν αναγκασμένη να το αγοράσει από την Digital
Research - τα πράγματα ήταν πολύ απλά και πολύ
συγκεκριμένα. Ή μήπως όχι;
Η ΙΒΜ είχε υπογράψει τη
συμφωνία με τη Microsoft μόλις λίγες μέρες
πριν. Και δεν είχαν συμφωνήσει μόνο για την BASIC, αλλά και για άλλες
γλώσσες και εφαρμογές - σχεδόν οτιδήποτε είχε κυκλοφορήσει η Microsoft θα
γινόταν port στο IBM PC
και η Microsoft θα
απολάμβανε εγγυημένα κέρδη πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, εκτός εάν… Εκτός εάν η
ΙΒΜ αποφάσιζε τελικά να μην κυκλοφορήσει το PC της και να ακυρώσει τη
συμφωνία αφού δεν είχε βρει λειτουργικό σύστημα! Όχι, αυτό ήταν πολύ μεγάλο, πολύ σημαντικό για να το αφήσει ο Gates
στα χέρια
της μοίρας και της τύχης. Έτσι λοιπόν, όταν οι άνθρωποι της ΙΒΜ επισκέφθηκαν
για δεύτερη φορά τα γραφεία της Microsoft, ο Bill
Gates τους είπε ότι έχει στη διάθεσή του ένα
λειτουργικό σύστημα σχεδόν έτοιμο, το οποίο, εάν τελικά συμφωνούσαν, θα
μπορούσε να το μεταφέρει στο IBM PC.
Οι απεσταλμένοι της ΙΒΜ υπέγραψαν τα συμβόλαια με τον Gates, αφήνοντας
αναστεναγμούς ανακούφισης αφού, τελικά, είχαν καταφέρει να φέρουν σε πέρας την
αποστολή τους. Βέβαια, δεν θα ένιωθαν και τόσο καλά αν γνώριζαν ότι ο Gates
τους είχε
πει ψέματα και ότι η Microsoft δεν διέθετε κανένα
λειτουργικό σύστημα - ο Gates μόλις είχε βάλει το
μεγαλύτερο στοίχημα της ζωής του, είχε μπλοφάρει απέναντι στην ΙΒΜ!
Seattle Computer Products
Η Seattle Computer Products ήταν μια εταιρία που
κατασκεύαζε υπολογιστές με έδρα το Seattle, μερικά μόλις
χιλιόμετρα μακριά από τα γραφεία της Microsoft. Ένας μηχανικός της Seattle
Computer Products, ο Tim Paterson, κατασκεύασε το 1979 ένα πρωτότυπο motherboard,
που είχε ως επεξεργαστή τον ολοκαίνουριο Intel 8086. Προκειμένου να
γίνει αυτό το motherboard η "καρδιά" ενός υπολογιστή που θα
έμπαινε σε παραγωγή, έπρεπε να υποστηριχθεί και από το κατάλληλο software,
κι έτσι ο Paterson πήρε το motherboard και πήγε στα γραφεία
της Microsoft, καθώς είχε πληροφορηθεί ότι η τελευταία εργαζόταν
σε μία έκδοση της BASIC για το 8086. Πράγματι,
η BASIC υπήρχε, αλλά δεν υπήρχε λειτουργικό σύστημα κι
έτσι ο Paterson, αποφάσισε να γράψει ένα μόνος του! Αγόρασε
ένα manual του CP/M
από ένα computer shop και αφού το μελέτησε
προσεκτικά και διαπίστωσε τι πρέπει να κάνει και πώς πρέπει να αποκρίνεται σε
κάθε περίπτωση ένα λειτουργικό σύστημα, προγραμμάτισε το δικό του μέσα σε 4
μόνο μήνες, το οποίο και ήταν επί της ουσίας μια "μεταφορά" του CP/M
για 8086!
Λόγω του τρόπου με τον οποίο το έφτιαξε μάλιστα, το ονόμασε "QDOS"
(Quick & Dirty Operating System) κι έτσι, από το
Σεπτέμβριο ήδη του 1980, τα μηχανήματα της Seattle Computer Products μπορούσαν να μπουν σε
παραγωγή και να πουληθούν, αφού και λειτουργικό σύστημα είχαν αλλά και BASIC!
Φυσικά, το σημαντικό γεγονός δεν ήταν η
κυκλοφορία του υπολογιστή της SCP στο εμπόριο, αλλά το
γεγονός ότι κάποιος είχε φτιάξει ένα λειτουργικό σύστημα παρόμοιο με το CP/M
σε Intel
8086. Ακόμα πιο σημαντικό ήταν το ότι κάποιοι από τη Microsoft το γνώριζαν!
Η Seattle Computer Products, ως μικρή εταιρία που
ήταν, αντιμετώπιζε καθημερινά προβλήματα ρευστότητας τα οποία, αν
επιδεινώνονταν, θα μπορούσαν να γίνουν και προβλήματα επιβίωσης. Έτσι λοιπόν,
όταν ο Paul Allen επισκέφτηκε τον Tim
Paterson και του ζήτησε να αγοράσει το λειτουργικό
σύστημα που αυτός είχε προγραμματίσει, ο Paterson προσπάθησε να
εκμαιεύσει όσα περισσότερα μετρητά γινόταν. Ζήτησε 50.000 δολάρια, για να
παραχωρήσει το QDOS και τον κώδικά του,
για οποιαδήποτε χρήση. Ο Paul Allen
δέχτηκε.
Μέσα σε μία στιγμή, με την υπογραφή αυτής της συμφωνίας, η Seattle
Computer Products απέκτησε μια πρόσκαιρη
οικονομική ρευστότητα. Ο Bill Gates
και ο Paul
Allen, πουλώντας το QDOS στην IBM,
έγιναν πολυεκατομμυριούχοι.
IBM Personal Computer 5150
Τελικά, τον Αύγουστο του 1981 ήταν όλα έτοιμα
- και το hardware, αλλά και το software: η Microsoft είχε
προλάβει να μεταφέρει την BASIC στο PC
και να
"καλλωπίσει" το QDOS, το οποίο, εν τω
μεταξύ, είχε μετονομαστεί από την ΙΒΜ σε PC-DOS.
Το IBM PC μοντέλο 5150, ο πρώτος
προσωπικός υπολογιστής της "Μεγάλης Κυρίας" των υπολογιστών,
κυκλοφόρησε μετά βαΐων και κλάδων στις 12 Αυγούστου του 1981.
IBM Personal Computer 5150 |
Συνεπικουρούμενο από μια γιγαντιαία
διαφημιστική καμπάνια στην οποία πρωταγωνιστούσε ο "TheTramp" (ο χαρακτήρας που υποδυόταν στις περισσότερες
ταινίες του ο Charlie Chaplin) και κουβαλώντας τη
βαριά κληρονομιά και το - ακόμα πιο βαρύ - όνομα της IBM, το PC
έγινε
άμεσο hit, πουλώντας δεκάδες χιλιάδες τεμάχια ήδη από τις πρώτες
μέρες της κυκλοφορίας του. Και, για κάθε PC που πουλιόταν, η Microsoft εισέπραττε
50 δολάρια. Το ποσό αρχικά δεν φαίνεται να είναι σημαντικό, αλλά το IBM
PC ξεπέρασε σε πωλήσεις κάθε προσδοκία, ακόμα και
των πλέον αισιόδοξων μέσα στην ίδια την ΙΒΜ: μέχρι το τέλος του 1984 είχαν
πουληθεί 3.000.000 PCs, αποφέροντας στη Microsoft καθαρό
κέρδος 150.000.000 δολαρίων! Το ρίσκο που πήρε ο Bill Gates
πουλώντας
στην ΙΒΜ ένα λειτουργικό σύστημα που δεν υπήρχε, είχε αποδώσει. Η Microsoft,
από ένα επιτυχημένο software house
είχε
μετατραπεί μέσα σε λίγους μήνες στον απόλυτο κολοσσό παραγωγής λογισμικού. Ο Gary
Kildall και η Digital Research δεν
ήταν πια παρά μια ανάμνηση. Το μέλλον για τη Microsoft προδιαγραφόταν λαμπρό
- το παράξενο όμως είναι ότι, ενώ αρχικά η επιτυχία της ήταν συνυφασμένη με
αυτή της ΙΒΜ, στα χρόνια που θα ακολουθούσαν θα συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο…
Ο
πόλεμος των κλώνων
Η Microsoft χρησιμοποίησε στις δύο
σημαντικότερες καμπές της ιστορίας της το ίδιο ακριβώς κόλπο: πούλησε κάτι που
δεν είχε! Στην περίπτωση της BASIC του Altair
8800 τελικά έφτιαξε η ίδια η εταιρία το προϊόν, στην περίπτωση του PC-DOS
(το γνωστό σε όλους μας MS-DOS)
χρησιμοποίησε το QDOS του Tim
Paterson το οποίο αγόρασε - συγκριτικά - για ψίχουλα. Κι
όμως, το μεγαλύτερο (και πιο προσοδοφόρο) κόλπο ήταν άλλο!
Ο Bill Gates,
μελετώντας προσεκτικά την πορεία της ΙΒΜ στο χώρο των mainframes, είχε διαπιστώσει ότι
η επιτυχία κάθε μηχανήματος στην αγορά σηματοδοτούσε την έναρξη για απόπειρες
και, τελικά, την κυκλοφορία κλώνων αυτού του μηχανήματος. Η ίδια η ΙΒΜ είχε
αντιμετωπίσει στο παρελθόν με επιτυχία αυτή την "τάση" της αγοράς,
χρησιμοποιώντας custom κυκλώματα και chips
τα οποία
έφτιαχνε και μπορούσε να χρησιμοποιήσει μόνο η ίδια. Όταν όμως κυκλοφόρησε το PC
που
βασιζόταν σε ανοιχτή (στον οποιονδήποτε) αρχιτεκτονική και υλικά που ο καθένας
μπορούσε να προμηθευτεί, το μόνο που μπορούσε να εμποδίσει τους υποψήφιους
κατασκευαστές κλώνων ήταν το μοναδικό chip της ίδιας της ΙΒΜ μέσα
στο μηχάνημα: το BIOS. Αν κάποιος κατάφερνε να φτιάξει ένα chip
που θα
μπορούσε να κάνει ακριβώς τις ίδιες δουλειές χωρίς να παραβιάσει τις
ευρεσιτεχνίες της ΙΒΜ, τότε, σχεδόν ακαριαία, θα μπορούσε να φτιάξει και έναν
κλώνο του ΙΒΜ PC. Οι υπεύθυνοι της ΙΒΜ θεωρούσαν ότι αυτό ήταν αδύνατο να
συμβεί. Ο Bill Gates από την άλλη, ήταν
σίγουρος ότι θα συμβεί και ότι απλά ήταν θέμα χρόνου. Έτσι λοιπόν, όταν οι Microsoft και
ΙΒΜ υπέγραψαν τα συμβόλαια για το software του IBM
PC, οι δικηγόροι της Microsoft απαίτησαν να κρατήσει
η ίδια η εταιρία τα δικαιώματα για το DOS και τη BASIC,
έτσι ώστε να μπορούν να τα πουλήσουν σε οποιονδήποτε θα έφτιαχνε κάποιο
μηχάνημα τόσο όμοιο με το PC
που να
μπορεί να τα χρησιμοποιήσει. Η πλευρά της ΙΒΜ, εφησυχασμένη λόγω της πεποίθησης
ότι κανένας δεν θα αντιγράψει το BIOS, δεν είχε πρόβλημα να
συμφωνήσει. Αυτή η συμφωνία αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα για την πορεία της
ΙΒΜ στο χώρο των προσωπικών υπολογιστών και, ταυτόχρονα, την αρχή του τέλους
της!
Επειδή είναι
πάντα
καλύτερο
να
μιλάει
ο
καθ' ύλην
αρμόδιος, παραθέτουμε
τα
ακριβή
λόγια
του
ίδιου
του
Bill Gates: "the key to the structure of our deal was that
IBM had no control over our licensing to other people … and so we were hoping a
lot of other people would come along and do compatible machines". Φυσικά, και όπως όλοι
πλέον γνωρίζουμε, ο Bill Gates
είχε
δίκιο: δεκάδες εταιρίες ξόδεψαν εκατομμύρια δολάρια προσπαθώντας, με τη μέθοδο
του reverse engineering, να φτιάξουν ένα BIOS
chip πλήρως συμβατό με, αλλά ταυτόχρονα εντελώς
διαφορετικό από, αυτό της ΙΒΜ. Πρώτη τα κατάφερε η Columbia Data Products και, πολύ σύντομα, την ακολούθησε η -
πρωτοεμφανιζόμενη τότε - Compaq...
Ενάμιση χρόνο μετά την κυκλοφορία του IBM
PC 5150 άρχισαν να εμφανίζονται στην αγορά οι πρώτοι κλώνοι
του. Και ήταν όλοι φθηνότεροι από το ίδιο το PC, ενώ αρκετοί απ'
αυτούς υπερτερούσαν σε hardware χαρακτηριστικά και δυνατότητες. Με
αργούς στην αρχή ρυθμούς αλλά όλο και ταχύτερους στη συνέχεια, το μερίδιο της
ΙΒΜ στην αγορά των προσωπικών υπολογιστών άρχισε να συρρικνώνεται, καθώς όλο
και περισσότερα συμβατά μηχανήματα κατέκλυζαν την αγορά. Και, ενώ η ΙΒΜ έχανε κέρδη,
η Microsoft γινόταν πλουσιότερη, αφού οι κατασκευαστές
όλων αυτών των μηχανημάτων πλήρωναν δικαιώματα χρήσης για το DOS
και την BASIC!
Καθώς "πατούσαμε" πια στη μέση της δεκαετίας του 1980, το όνειρο του Bill
Gates για έναν προσωπικό υπολογιστή σε κάθε σπίτι
και σε κάθε γραφείο, είχε γίνει πραγματικότητα!
Το άρθρο που μόλις διαβάσατε είναι αποτέλεσμα πολυήμερης έρευνας και εργασίας και αποτέλεσε κεντρικό θέμα αλλά και θέμα εξωφύλλου του 3ου τεύχους του περιοδικού Retro Planet. Κάποιοι λένε ότι αποτελεί μία από τις καλύτερες δουλειές μου. Θα συμφωνήσω μαζί τους, από την άποψη ότι θεωρώ ότι καταφέρνει να διηγηθεί με ακρίβεια την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία των πρώτων ετών της Microsoft αλλά και της δημιουργίας της πιο επιτυχημένης πλατφόρμας στην ιστορία των προσωπικών υπολογιστών, αυτής των PCs. Προκειμένου να αναρτηθεί το άρθρο στο blog μου έκανα δεκάδες μικροδιορθώσεις σε σχέση με το αρχικό κείμενο, καθώς αυτό - και παρά τους επανειλημμένους ελέγχους μου - είχε αρκετά μικρολαθάκια. Αυτό όμως που πήρε την περισσότερη ώρα (ώρες!) ήταν η δημιουργία των (πάρα πολλών) hyperlinks - μιλάμε για "σκότωμα". Ελπίζω να είναι κατανοητή απ' όλους η προσπάθεια για χιούμορ στο hyperlink του Θεού - να ξέρετε ότι δεν έχω την πρόθεση να προσβάλλω κανέναν.
Σε όσους φάνηκαν ενδιαφέροντα τα παραπάνω (αν ισχύει το αντίθετο απλά αλλάξτε hobby ή συνεχίστε να παίζετε Sensible) συνιστώ ανεπιφύλακτα την παρακολούθηση των καταπληκτικών ντοκιμαντέρ του Robert X. Cringely (ψευδώνυμο του Mark Stephens) με τίτλο Triumph Of The Nerds: ίσως ό,τι καλύτερο έχω παρακολουθήσει ποτέ σε σχέση με την ιστορία των μικροϋπολογιστών...
Προσωπικά θεωρώ τα γεγονότα που περιέγραψα παραπάνω πολύ ενδιαφέροντα και ιδιαίτερα διδακτικά - το ίδιο ισχύει και για τη συνέχεια αυτής της ιστορίας που ελπίζω κάποτε να βρω το χρόνο αλλά και (κυρίως) τη διάθεση να γράψω...
Σε όσους φάνηκαν ενδιαφέροντα τα παραπάνω (αν ισχύει το αντίθετο απλά αλλάξτε hobby ή συνεχίστε να παίζετε Sensible) συνιστώ ανεπιφύλακτα την παρακολούθηση των καταπληκτικών ντοκιμαντέρ του Robert X. Cringely (ψευδώνυμο του Mark Stephens) με τίτλο Triumph Of The Nerds: ίσως ό,τι καλύτερο έχω παρακολουθήσει ποτέ σε σχέση με την ιστορία των μικροϋπολογιστών...
Προσωπικά θεωρώ τα γεγονότα που περιέγραψα παραπάνω πολύ ενδιαφέροντα και ιδιαίτερα διδακτικά - το ίδιο ισχύει και για τη συνέχεια αυτής της ιστορίας που ελπίζω κάποτε να βρω το χρόνο αλλά και (κυρίως) τη διάθεση να γράψω...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετική δουλειά και μπράβο αν και βρίσκω πιο ενδιαφέρουσα την ιστορία της Apple από αυτή της MS.(Και ναι κάπου κάπου παίζω και sensible-το βρίσκω αρκετά πιο ενδιαφέρον από το να παίζω με τα Windows)
ΔιαγραφήΠαρεμπιπτόντως το Triumph Of The Nerds εξαιρετικό.
Σε ευχαριστώ πολύ!
ΔιαγραφήΕγώ από την άλλη βρίσκω την ιστορία της Apple σχετικά βαρετή και τα μηχανήματά της μάλλον "λίγα" με μόνη εξαίρεση την εποχή της επιστροφής του (από το 1997 και μετά) και τα iMac G3/G4, Powermac G3/G4 και τα υπόλοιπα μηχανήματα αυτού του διαστήματος καθώς και το Mac OSX (με σαφή προτίμηση προς το Tiger). Φυσικά respect και για το iPhone (ακόμα θα παιδευόταν ο κόσμος με Blackberry και... πενάκια!). Από εκεί και πέρα ΟΚ, σεβασμός στον Apple II, ο original Macintosh ήταν πολύ λίγος και απίστευτα ακριβός σε σχέση με τον Atari ST και τα υπόλοιπα Macs μεταξύ 1985-1997 δεν μου κάνουν κλικ. Μάλλον επειδή είμαι PCάκιας at heart και λατρεύω το MS-DOS. Α, ναι, και επειδή, αν και είχα πολλές δεκάδες (!) Macs και iPhones, αντιπαθώ ιδιαίτερα την Apple ως εταιρία! :D
Για το Sensible τι να πω; Καλό ποδοσφαιράκι, αλλά πάντα για μένα ήταν μια κακή αντιγραφή του Kick Off με εξαιρετικά όμως managerial στοιχεία και απίστευτη database ομάδων/ποδοσφαιριστών. Πιστεύω ότι παγκοσμίως παίχτηκε (και παίζεται ακόμα) πολύ περισσότερο απ' όσο του άξιζε - αλλά αυτή βέβαια είναι καθαρά προσωπική/υποκειμενική θέση...
Το Triumph Of The Nerds... απλά δεν έχω λόγια: πολύ καλογυρισμένο και μεγάλο "σχολείο". Παίζει να έχω δει μέσα στα χρόνια πάνω από 15 φορές το κάθε επεισόδιο! :Ο
Συμφωνώ απόλυτα τα περί Kick Off αν και το SWOS δεν ήταν απολύτως αντιγραφή του πρώτου.Διαφωνώ βέβαια στα περί Mac.Καλώς ή κακώς άλλαξαν τον τρόπο που χρησιμοποιούμαι τους υπολογιστές μας σήμερα λόγω του GUI του.
ΔιαγραφήΝαι, τον άλλαξαν τον τρόπο που χρησιμοποιούμε τους υπολογιστές, δεν αντιλέγω. Απλά, αν δεν είχε "δανιστεί" τις ιδέες της ομάδας της Xerox στο Palo Alto ο Jobs, αργά ή γρήγορα θα το έκανε λογικά κάποιος άλλος. Σίγουρα όμως με τις υποθέσεις δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα, οπότε το credit πάει στον Jobs και την Apple για το GUI. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο original Macintosh είχε το 1/4 της μνήμης του ST, είχε μικρότερη ανάλυση, δεν είχε χρώματα και κόστιζε τα τριπλάσια χρήματα!
ΔιαγραφήΝομίζω το καλύτερο σου άρθρο Παναγιώτη !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ ρε φίλε! Είναι που είσαι κι εσύ κατά βάθος PCάκιας, γι' αυτό!
ΔιαγραφήΑααααχ, πού θα βρω ένα PC άραγε (έλα, το έπιασες το υπονοούμενο!)...
Καλορίζικο !!!
ΔιαγραφήΝα 'σαι καλά ρε φίλε και σε ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου έδωσες να ξαναζήσω το παρελθόν με έναν 80386 που, δεν θα σου πω ψέματα, δεν είχα ποτέ! Είχα 80286, 80386SX, 80486 αλλά 80386 δεν έτυχε να περάσει απ' τα χέρια μου!
ΔιαγραφήΜόλις το στήσω θα ενημερώσω! ;-)
Εύγε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό το άρθρο σου.
Σε ευχαριστώ πολύ - κι εγώ το είχα χαρεί όταν το έγραφα. Good times...
ΔιαγραφήΕξαιρετικό άρθρο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι δοσμένο με απλό κατανοητό τρόπο, αλλά συνάμα περιεκτικότατο και πλούσιο σε αναφορές, χωρίς να καταφεύγει σε περιττές τεχνοκρατικές αναλύσεις που θα κουράσουν τον αναγνώστη (γιατί σε τέτοιου είδους κείμενα υπάρχουν οι παραπομπές του συγγραφέα).
Εγώ προσωπικά, περιμένω ανυπόμονα την συνέχεια... :-)